Φωτογραφία του Λεωνίδα με την παλιά μηχανή |
Δηλώνω, πως δεν ξέρω πώς θα πολεμήσω. Ίσως και να ‘χω κάποιες ιδέες, αλλά δεν θα σας αρέσουν. Ούτε κι εμένα μ’ αρέσουν. Γι αυτό λέω να κοιτάξω προς τα πίσω. Σαν τις γριές. Για να μην βρεθούν φάτσα με το θάνατο, θυμούνται τα παλιά. Κι εγώ εκεί γυρνάω. Μπορεί και να πάρω δύναμη. Κι οι γριές το ίδιο θα νομίζουν.
Πίσω στο νησί λοιπόν. Που είναι διάσημο για το στραβό το λόγο. Στραβός είναι για μένα τη στραβή. Για τους προσκυνητές της Παναγίας, μια χαρά λόγος είναι.
Βέβαια, αν το νησί ήταν διάσημο για τις ξερολιθιές και για τις πεζούλες και τις παραλίες και για τα πενηντατόσα χωριά-πρότυπα σεβασμού στην κυκλαδίτικη παράδοση και για τους περιστερεώνες και για την τέχνη του και για τους τεχνίτες του και για τον αέρα του και για τα βότανα και για τ’ αρώματα και για τα γλυκά και το κλίμα και τη δροσιά του, τότε θα ήταν Μύκονος στη θέση της Μυκόνου και δεν θα χτυποκαρδούσα από έρωτα βαρύ, κάθε φορά που διακρίνω απ’ το πλοίο τη μυτερή του άκρη, εκεί δα όπου τελειώνει η Άνδρος.
(Σταθμός. Ανάσα. Αυτή πρέπει να ήταν η μεγαλύτερη πρόταση που έχω γράψει στο βλογ.)
Γι αυτή την ιερότητα ήθελα να μιλήσω. Κι είναι ένα μυστήριο το πώς οι τόποι οι διάσημοι για τα θαύματά τους, συγκεντρώνουν τόση κακογουστιά και τόσο στριμωξίδι και τόση –θα σε πατήσω να σωθώ πρώτος και να πας να πνιγείς- νοοτροπία. Ίσως, όμως και να μην είναι τόσο περίεργο. Ίσως, η σωτηρία της ψυχής να μην είναι τόσο μεγάλο πράγμα. Μπορεί να είναι ένας προορισμός ταπεινός κι όχι με την καλή την έννοια της ταπεινότητας. Μία προσωπική Ιθάκη, φορτωμένη κακόγουστα μπιχλιμπίδια σαν αυτά που καλύπτουν τη θαυματουργή εικόνα ή βουνά με ρύζια κατ’ άλλους. Στήσου μια φορά στην ουρά της Μεγαλόχαρης κι αν δεν αλλαξοπιστήσεις πριν φτάσεις στην Παναγία, τότε μάλλον είσαι Έλληνας και συνεχίζεις να ψηφίζεις αυτούς που σου τρώνε τα σωθικά.
Κι όσο ψάχνεις την ιστορία του τόπου, τόσο η πίστη κλονίζεται. Μέχρι το 1715, υπήρξε το μοναδικό κυκλαδονησί που αντιστεκόταν ακόμα στον κατακτητή (για οβελίσκους, ψάξε στο Βωλάξ). Εκείνη τη χρονιά έπεσε στα χέρια των Τούρκων και το 1823, στη μέση της Επανάστασης και στη χειρότερη στιγμή του εμφυλίου, εμφανίστηκε η εικόνα της Παναγίας. Σε τόπο –ως πρόσφατα- βενετοκρατούμενο, με κατοίκους καθολικούς …Ουπς. Καθολικούς; Ναι, αμέ. Όπως και τώρα, όπου στα περισσότερα χωριά, καθολικοί είναι οι ντόπιοι. Στο νησί-σύμβολο της ορθοδοξίας ως το 1823, η Παναγία ενδέχεται να είχε άλλη άποψη για την/τις πηγή-ες της δύναμης του Αγίου Πνεύματος. Το πιθανότερο είναι, η Παναγία να μην δίνει δεκάρα για το αν το πνεύμα το ζωοποιό εκπορεύεται απ’ τον Πατέρα μόνο ή και τον Υιό.
Για κάποιους, το πιθανότερο είναι να μην υπάρχει καν Παναγία ή Πνεύμα. Αλλά κι οι κάποιοι πηγαίνουν στην εκκλησία, ότι κι αν λένε. Μια φορά το Πάσχα, σε κανένα ξωκλήσι μαζί με την παρέα. Γιατί άραγε; Από συνήθεια. Γιατί παν’ κι οι άλλοι. Πού να ξέρω; Μόνο γιατί πηγαίνω εγώ ξέρω. Κι αυτό όχι με σιγουριά.
Έχω μια προσωπική θεωρία. Σιγά μην δεν είχα. Λέω πως οι άνθρωποι ξεχειλίζουμε ελαττωματικότητες (πρωτάκουστα πράγματα σας λέω). Εργοστασιακά λάθη που στραβώνουν κατά τη χρήση. Μ’ αυτά τα στραβά και τ’ ανάποδα ζούμε και μερικοί από μας ανηφορίζουν τη λεωφόρο της Μεγαλόχαρης. Μ’ αυτά σε τσαλαπατούν αν βρεθείς στο δρόμο τους, αν πιάσεις μια καρέκλα στο καράβι πριν απ’ αυτούς, αν είσαι περισσότερο μελαψός απ' όσο αντέχει το πατριδόμετρο του καθενός. Διαθέτουμε όμως κι έναν εσωτερικό μίτο της Αριάδνης. Την ελπίδα. Παράλογη, βλακώδη, αδικαιολόγητη και φωτεινή. Την ένταση αυτού του φωτός γυρνάμε στο φουλ –όσο έχει ο καθένας- όταν προστρέχουμε σε βοήθειες μεταφυσικές ή όταν καταπίνουμε ένα χαπάκι placebo. Το ίδιο είναι και μάλιστα στην περίπτωση του χαπιού, η αποτελεσματικότητα είναι μετρήσιμη. Κάθε τέτοιο εσωτερικό κερί στάζει από λίγο στον τόπο της πίστης. Στη Μέκκα, στην Παναγία των Παρισίων, στο Taz Mahal, στα δέντρα και στα ποτάμια των Ινδουιστών, στην Τήνο. Όταν ο κόσμος αποσυρθεί, παίρνει μαζί και τους αρνητισμούς του αφήνοντας στο χώρο τα κέρινα δάκρυα. Κι ο χώρος ευωδιάζει. Κι είναι πολύ όμορφα να τον επισκεφθείς τότε. Πατώντας όσο πιο ελαφρά μπορείς. Λίγο πιο πάνω απ’ τις ολόδικες σου τοξίνες.
Κάθε φορά που βρίσκομαι στο νησί, πάω στη διάσημη εκκλησία. Πριν ή αφού αποχωρήσουν οι καραβιές. Για ν’ ανασάνω αυτό το άρωμα. Κάθε φορά αναρωτιέμαι τι να ζητήσω. Φέτος, είχα τόσα πολλά στο μυαλό μου. Για τη χώρα, τα παιδιά –όλα τα παιδιά και τα δικά μου, για τους αγαπημένους, για μένα. Μα μόλις πλησίασα την εικόνα, το μόνο που μπόρεσα να σκεφτώ ήταν Ευχαριστώ.
Γνωστό είναι το νησί για τα καλύτερα που αναφέρεις, απλά σε λίγους ευτυχώς ;)
ΑπάντησηΔιαγραφήΌσα χαπάκια κι αν καταπιούμε κι όποιου είδους αν δε προσπαθήσουμε να ισιώσουμε τα στραβά που έχουμε, πάνε τζάμπα.
Oταν μια μεγάλη μερίδα του πληθυσμού θεωρεί αντιμετώπιση της κατάστασης, την φασιστοποίηση, ότι μπορεί να στηρίξει αντιδράσεις ανθρωπιάς:χαπάκια, φίλοι, παιδιά, αγαπημένοι, βιβλία, μουσική, άλλες τέχνες, πρέπει επειγόντως να επιστρατεύονται. Έτσι το σκέφτομαι. :)) Καλήμέρα Σταυρούλα.
Διαγραφή"η πίστη σέσωκάς σε"
ΑπάντησηΔιαγραφή:P
Διαγραφή