Κυριακή 8 Μαρτίου 2020

Οι γυναίκες του τρένου

Στο τρένο αγαπώ τις γυναίκες που κοιμούνται καθώς μόλις σχόλασαν από μια δουλειά που τις κόβει μικρά μικρά κομμάτια. Οι γυναίκες διαλύονται λίγο περισσότερο από τους άνδρες, που επιστρέφουν απλώς κατηφεις. Κλείνουν τα μάτια και τα κομμάτια γλιστρούν στις χαρακιές της σκληρότητας. Ούτε που τα παίρνουν είδηση που κρύβονται κάτω απ'το κάθισμα, που τα πατούν οι απρόσεκτοι επιβάτες. Θα γυρίσουν σπίτι λιγότερες. Θα προσπαθήσουν να τα φτιάξουν όλα. Χωρίς μεγάλη επιτυχία, αλλά θα συνεχίσουν γιατί όλοι περιμένουν απ' αυτές να συνεχίζουν. Δεν θα τις ρωτήσουν πώς πέρασαν τη μέρα τους, εκείνες όμως θα βρουν λίγο χρόνο να ονειρευτούν πώς θα ήθελαν να την περάσουν.
Θέλω να τις πάρω αγκαλιά αλλά έχουν μάθει να τρομάζουν εύκολα.

Mommy, I Want To Be Good Now - Mima Museum

Παρασκευή 21 Φεβρουαρίου 2020

Παιδικός έρωτας


Το παρακάτω είναι ένα κειμενάκι που έγραψα πρόχειρα στο facebook καθώς ήθελα να κρατήσω ζωντανή την γλύκα μιας συζήτησης. Ο αγαπημένος Τσαλαπετεινός μου ζήτησε να το μεταφέρω εδώ, στο σκονισμένο μπλογκ. 
Το ίδιο περί σκόνης παράπονο είχε εκφράσει χθες  κι  συννεφοξαδέρφη Μαμαδοπούλου. 
Πώς να τους χαλάσω χατίρι;
Ευτυχώς, δεν με περίμεναν απλήρωτοι λογαριασμοί κάτω απ΄την πόρτα.

Χθες βράδυ κουβέντιαζα στο τηλέφωνο με την αγαπημένη θεία.
Τις περισσότερες ιστορίες που διηγείται, τις έχω ακούσει πιτσιρίκι από τη μητέρα μου, όμως η μικρότερη αδερφή της, προσθέτει πάντα ένα γκλιτερ μαγείας.

Μου μίλησε λοιπόν για τον πρώτο έρωτα της μαμάς μου.

O κύριος δεξιά, ήταν ο πρώτος ο έρωτας της μαμάς
Είναι ΒΠΠ στην Αλεξάνδρεια που βομβαρδίζεται  μεν, έχει αγγιχτει ωστόσο πολύ λιγότερο από τον πόλεμο σε σχέση με την Ελλάδα. Ειναι ένα ζεστό μεσημέρι κι οι δύο αδερφές μαλώνουν στο κοινό παιδικό δωμάτιο για το αν η μικρή (η θεία ντε) θα ψηλώσει ή θα παραμείνει στούμπος όπως της επεσημαίνει η γλυκούλα μαμά μου. Η μικρή, αν και κοντούλα, δεν μασάει. Για να αποδείξει πόσο μεγάλωσε, φοράει την στολή του γυμνασίου της αδερφής της κι εκεί που επιχειρηματολογεί πως ψήλωσε τόσο ώστε να μην πατάει τη φούστα, χτυπάει το κουδούνι. Οι γονείς κοιμούνται κι η μικρή στέλνεται ν' ανοίξει την πόρτα με κίνδυνο της ζωής της (να μπουρδουκλωθει με την στολή και να σαβουριαστει σε κάθε βήμα).
Στην είσοδο αντικρίζει πόδια. Σηκώνει το κεφάλι και τα πόδια συνεχίζονται. Κάπου στο ύψος του ήλιου ανακαλύπτει ένα πολύ ξανθό φακιδομουρικο κεφάλι.
(Όχι ο τύπος μου επισημαίνει η θεία που σαφώς και γνώριζε στα 8 ποιος άντρας είναι ο τύπος της.)

Ο κάτοχος του κεφαλιού θέλει τον μπαμπά (τον παππού μου).
Η οικογένεια συγκεντρώνεται στο σαλόνι όπου η ταλαντούχα κόρη (η μαμά μου) καλείται να παίξει πιάνο. Παίζει και ερωτεύεται τον Σκωτσέζο φακιδομουρη αξιωματικό. Ακαθόριστο αν την εντυπωσίασε ο ίδιος ή η στολή του. Σύμφωνα με τη θεία, ο Σκωτσέζος κάτι καταλαβαίνει και πυκνώνει τις επισκέψεις μάλλον διασκεδάζοντας με την αμηχανία, τα κοκκινίσματα και τις παθιασμένες εκτελέσεις του Σοπέν.

Ο παππούς αντιλαμβάνεται πως η μεγάλη αγάπησε. Μπορεί να διαθέτει τα σφουγγαράδικά του για την κρυφή μεταφορά συμμαχικών δυνάμεων στα Δωδεκάνησα, αλλά δεν θέλει η κόρη του να γλυκοκοιτάει κοκκινοκωλους, όπως συλλήβδην χαρακτηρίζει τους Βρετανούς. Οι επισκέψεις θα γίνονται πια στο γραφείο.

Ραγισμένη καρδούλα. 

Η κοντή μικρή αδερφή παρηγορεί τη μεγάλη και ψηλώνει λίγο στα μάτια της. Στα χρόνια που θα ακολουθήσουν, θα ψηλώσει κι άλλο. Όχι κυρίως σε πόντους αλλά σε ψυχή. Αυτή όμως είναι μια άλλη ιστορία.

Η μητέρα μου δεν θα ξεχάσει ποτέ τον πρώτο της έρωτα και πάντα θα μιλάει τρυφερά για τον ήρωα του πολέμου. Εγώ θα βαριέμαι τις σχετικές διηγήσεις μέχρι χθες το βράδυ, που θες γιατί η κουβέντα ήταν ένα μνημόσυνο της μαμάς διανθισμένο με αστεία- όπως δηλαδή πρέπει να γίνονται τα μνημόσυνα- θες που άκουσα την εκδοχή από το αγεραστο πειραχτηρι της οικογένειας, ήταν σαν να έστελνα μια αγκαλιά. Κι ένα χαμόγελο. Κι ένα: τι γλυκούλα που ήσουν μαμά.

Στην πιο κάτω φωτογραφία, ένα αμφίβιο αρσενικό ψαράκι προσπαθεί να σαγηνεύσει το θηλυκό πετώντας λίγο, πετώντας πάνω από τη λάσπη, πετώντας όμως, στην υπηρεσία του έρωτα.