Τρίτη 4 Σεπτεμβρίου 2012

Μια νύχτα στο Μουσείο

Ξύπνησα με το μαρμάρινο τούτο κεφάλι στα χέρια
που μου εξαντλεί τους αγκώνες και δεν ξέρω που να τ' ακουμπήσω
Έπεφτε στο όνειρο καθώς έβγαινα από το όνειρο
 έτσι ενώθηκε η ζωή μας και θα είναι πολύ δύσκολο να ξαναχωρίσει.
Γιώργος Σεφέρης, Μυθιστόρημα


Νύχτα με πανσέληνο, νύχτα με φεγγάρι, νύχτα για βόλτες και ενδοσκοπήσεις, νύχτα στην Αθήνα. Πάλι. Τελείωσαν διακοπές, άρχισαν οι ρυθμοί. Πάμε πάλι. Πώς περάσατε; καλά; μετέωρο με υπονοούμενο. Καλό χειμώνα! Κι εσείς (πρώτοι). Πνίγομαι στο προάστιο. Βρήκα την αιτία, την αφορμή, ψάχνω τη διέξοδο. Θα κατέβω στο κέντρο. Τι υπάρχει; 82 αρχαιολογικοί χώροι ανοιχτοί στο κοινό, λέει το περιοδικό, παραπέμποντας στη σελίδα του Υπουργείου Πολιτισμού εις μάτην, τίποτε σχετικό δεν βρίσκω εκεί. Στραβοκαταπίνοντας προσπερνώ. Επιλέγω το μουσείο της Ακρόπολης και όχι το Αρχαιολογικό στην Πατησίων - τώρα πια με φοβίζει η περιοχή, είναι ακόμη νωρίς, τελώ σε μέθη και σε χαλάρωση διακοπών, έχω ξεσυνηθίσει την αγριότητα της πόλης, δεν θα μου πάρει όμως πολύ, τη βλέπω να έρχεται στα λόγια και στα γραπτά, την κοιτάω να μαίνεται αφρισμένη, κι εγώ πίσω από το φρούριό μου, ακόμη...
Στέκομαι στην ουρά για να μπω στις αίθουσες, τη γνωστή ουρά με έξυπνους, εξυπνότερους και πονηρότερους, με απαλό σπρωξίδι – καλά κρατεί το λύσιμο των άκρων που φέρνει η ξεκούραση. Μα ποιοι νομίζετε ότι είσαστε εσείς που θα περάσετε μπροστά; Ουρλιάζει. Έχουμε κλείσει για το εστιατόριο στις 9.00. Καλά κυρά μου και φτάσατε στις 9.10; Περνάω μέσα νοιώθοντας ότι ανήκω σε γκουπ τουριστών χωρίς ξεναγό. Δεν φαίνονται ιδιαίτερα ταλαιπωρημένοι. Ούτε σφιγμένοι. Για άλλους φαίνεται πως θα χτυπήσουν οι καμπάνες του Σεπτέμβρη ή του τέλους του χρόνου. Δεν τους μέμφομαι. Αισθάνονται ότι κέρδισαν 5 ευρώ και είναι χαρούμενοι. Τους συμμερίζομαι στην άγνοιά τους. Τα γύρω τούς είναι κάπως αδιάφορα, μακρινά, βρίσκονται εκεί σαν να πρέπει να είναι, κάτι σαν το ετήσιο οικογενειακό γιορτινό τραπέζι. Άλλοι πάλι... μόλις μπήκε, τον βλέπω να σηκώνει το κεφάλι κοιτάζει γύρω-γύρω, σαν την κάμερα του Αγγελόπουλου. Αισθάνεται δέος και προσπαθεί να το αντέξει. Αγάλματα, μεγαλοπρεπή αρχαϊκά. Που παίρνουν μιαν άλλη χροιά όταν φαντάζεσαι τα πραγματικά χρώματα και βλέπεις τα απομεινάρια τους. Αφιερώματα των πιστών, των πλουσίων, των νικητών. Προθήκες με κτερίσματα ταφικά, με ενθέματα γαμήλια, με παιχνίδια και κοσμήματα. Το πλήθος. Μα όλα αυτά τα κατέστρεψαν οι Τούρκοι.
Όχι μόνο. Οι Ενετοί, οι Φράγκοι, οι χριστιανοί, οι άπιστοι. Α δες, φορούσαν και κλειστά παπούτσια τότε, όχι μόνο σανδάλια. Κοίτα, αυτή είναι αναπαράσταση, έτσι ήταν τότε το άγαλμα. Πόσες είναι οι Καρυάτιδες;
Πόσες έμειναν να λες. Είχαν χρώματα τα αγάλματα; Κοίταξε εδώ έχει μείνει λίγος χρωματισμός στα μαλλιά. Α ναι η Σφίγγα είναι αυτή. Κάποιοι τα χαϊδεύουν. Κοιτάζω γύρω μου. Κανείς να τους παρατηρήσει. Οι λιγοστοί για τον τόσο κόσμο φρουροί, υπάλληλοι, αγωνίζονται. Απαγορεύονται οι φωτογραφίες. Πολλοί αγνοούν την παρατήρηση. Θυμάμαι στο μουσείο της Δήλου, η απαγόρευση ίσχυε μόνο αν συμπεριλάμβανες κάποιο πρόσωπο στη φωτογραφία, άλλο μουσείο, άλλη πολιτική. Παιδιά τρέχουν γύρω-γύρω. Κάποιοι φωνάζουν στο κινητό. Είμαι μέσα. Έχει αρχίσει; Σε λίγο βγαίνουμε. Απαιδευσία.
Ζωφόρος κατακερματισμένη. Όπως οι ψυχές μας. Όλων εμάς που κατοικούμε σε αυτή τη χερσόνησο. Μπαμπά, τι είναι το αέτωμα
; Κάνε το χέρι σου έτσι και νιώσε το κτίριο που λείπει, μόνο κάποια κομμάτια έχουν βρει οι αρχαιολόγοι. Αγάλματα που δεν μπορούν να φύγουν από τη χώρα. Με απαγόρευση εξόδου. Ευκολότερο από το να απαγορεύσεις το ίδιο σε πολίτες, σε αμαρτωλούς πολίτες, σε αδηφάγα πλάσματα. Μερικοί ενθουσιώδεις, ξεχνούν τους διπλανούς τους, τα αγκαλιάζουν. Χοντροκοπιά. Κάποιοι είναι προσεκτικότεροι. Ελάχιστοι ξένοι. Απορημένοι για την τόση φασαρία. Στα μουσεία τους προσέρχονται με ευλάβεια. Εμείς λίγο πριν τα μπουζούκια.
Συμμερίζομαι τη χαρά τους, αντιστέκομαι στην νοοτροπία τους. Δεν μας ανήκουν. Ανήκουν στο παρελθόν μας και πρέπει να το στηρίξουμε. Η κρίση που περνάμε δεν είναι δική τους είναι δική μας, είναι και κρίση ταυτότητας και έλλειψης μνήμης.
Λίγο πιο κάτω η ανασκαφή που συνεχίζεται…κι η ζωή συνεχίζεται κι ο αγώνας μας.

Αφήνω τους συνειρμούς μου και βγαίνω έξω στο προαύλιο στον καθαρό δροσερό αέρα. Το προαύλιο έχει κι αυτό ασφυκτικά γεμίσει. Να προλάβω να ακούσω τη συναυλία των παιδιών από το Μουσικό Σχολείο Βόλου. «Ήρθαμε με ό,τι πιο πολύτιμο έχουμε και είναι τιμή μας που βρισκόμαστε εδώ» είπε η διευθύντρια.
Έφυγα με το ερώτημα. Προσπάθειες γίνονται. Υπάρχει ελπίδα;

Λίγο μετά στο τουίτερ είδα αυτό:

No future without a past


Σχετικές αναρτήσεις: Μια μέρα στο μουσείο 

2 σχόλια:

  1. Πολύ ωραία τα έγραψες όλα. Το βιντεάκι όμως με συγκλόνησε.
    καλό απόγευμα

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Η επίσκεψη ήταν η αφορμή, το βιντεάκι μου έδωσε το έναυσμα! Σ´ ευχαριστώ για το σχόλιο!

      Διαγραφή