Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Γατί. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Γατί. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 15 Απριλίου 2015

Όνειρο


Την προηγούμενη μέρα, είχα διαβάσει αυτό:
Πώς μπορείς να διαβάσεις κάτι τέτοιο και να συνεχίσεις τη μέρα σου λες και δεν το έμαθες; 
Κι όμως μπορείς. Έχεις εθιστεί στον πόνο -κυρίως τον ξένο πόνο. Έχεις αποδεχτεί πως κάποιοι άνθρωποι -πιο άτυχοι από μας- δεν βλέπουν στον ήλιο μοίρα, αλλά εμείς κοντοστεκόμαστε μόνο για όσους λέμε πως τάχα μοιάζουμε. Και μετά, πάμε παρακατω. Ψωνίζουμε, βγαίνουμε με φίλους, πίνουμε, γελάμε, κάνουμε σχέδια, όνειρα, αγαπάμε, ναι αγαπάμε, ξεχνάμε και πέφτουμε για ύπνο.

Κοιμήθηκα όμορφα.
Eίναι τώρα η ώρα να ξυπνήσω. Μα όλο το αναβάλλω. 
Η γλύκα της καθημερινής χωρίς δουλειά. 
Κι εκεί που γλυκοξυπνάω, δυο πιτσιρίκια –δυο αγόρια. Τ’ αγόρια μου;- πηδάνε στο κρεβάτι για αγκαλιές. Μα έχει χρόνια να συμβεί αυτό. Δεν τα κάνουν αυτά οι έφηβοι κι αυτά είναι μικρά και όχι δεν είναι τ’ αγόρια μου. Δυο άγνωστα παιδιά είναι, που καμιά έλλειψη οικειότητας δεν με αποτρέπει να τ’ αγκαλιάσω.
Πώς όμως βρέθηκαν εδώ;
Τη στιγμή που αναρωτιέμαι εμφανίζεται ένα ζευγάρι ενηλίκων. Οι γονείς τους θα είναι. Δείχνουν κουρασμένοι. Και πίσω τους κι άλλοι. Κόσμος πολύς στο σπίτι μας. Πώς μπήκαν; Ποιος τους έδωσε τα κλειδιά;
Ο καλός μου δυσανασχετεί μα έχει δουλειά. «Πες τους να φύγουν μέχρι να γυρίσω.»
Ο μικρός κλείνεται στο δωμάτιο και στον υπολογιστή του.
Πρέπει μόνη μου να βρω λύση.
Τους ρωτάω πως βρέθηκαν εδώ. Μιλάνε όλοι μαζί κι είναι πολλοί. Δεν μιλούν όλοι Ελληνικά και κάποιοι τα λένε σπασμένα. Πιάνω κομμάτια λέξεων, κοφτερών σαν γυαλιά. Άνεργοι, ανέστιοι, πρόσφυγες, ναυαγοί, απελπισμένοι, έχω δέκα παιδιά μου λέει ο ένας που με κάποιον μοιάζει. Μ’ αυτόν νομίζω.

Πού θα χωρέσουμε; αναρωτιέμαι. Πώς θα φτάσει το φαγητό για όλους; Άγχος πολύ μα δεν μου κάνει καρδιά να τους διώξω. Τους ζητάω να βρουν τρόπους, να σκεφτούν, να μου προτείνουν.

Τετάρτη 16 Ιουλίου 2014

ρέκβιεμ για έναν γαλιδέα

ήταν που η μητέρα του το είχε παραμελήσει για χάρη των υπολοίπων ήταν που από την αρχή δήλωσε ανεξάρτητη φύση ξέκοψε για τα καλά παραμένοντας ωστόσο στην πρώτη γραμμή των γεγονότων-μην τυχόν και χάσει τα νέα της γειτονιάς-κι έτσι ζούσε στην άκρη της μάντρας αγναντεύοντας δεξιά κι αριστερά τους περαστικούς που και που έριχνε καμιά επιμελώς αδιάφορη ματιά στη μάνα με τα νιάνιαρα προστατευμένα στην αγκαλιά της άφαντος ο πατέρας περνούσε πάραυτα κάθε τόσο μήπως και από παραδρομή ανακάλυπτε καμιά παραπεταμένη μπαλίτσα από ψωμοτύρι που θα’χε ξεφύγει από την προσοχή των υπολοίπων έτσι καθισμένο ολημερίς νιαούριζε στη θέα των περαστικών και των ενοίκων του σπιτιού αναζητώντας άλλες συμμαχίες κι όταν άρχιζε η μουρμούρα δύσκολα σταματούσε μέχρι να του δοθεί η δέουσα σημασία κι αν προς στιγμή γύριζες το κεφάλι και το εντόπιζες με το βλέμμα άρχιζε η μικρή παράσταση: μπαινόβγαινε ανάμεσα από τα κάγκελα επιτρέποντας να του χαϊδέψουν τη ράχη αναποδογύριζε και ξάπλωνε στο στηθαίο αποζητώντας τη μητρική γλωσσίτσα έπαιρνε φόρα κι έφτανε μέχρι το χείλος από το πεζούλι σταματώντας ξαφνικά πριν προλάβεις να λαχταρίσεις χίλιους δυο τρόπους σκαρφιζόταν για να πλασαριστεί ανάμεσά μας του άπλωνες το χέρι ξάπλωνε και γουργούριζε στη χούφτα σου όσο μπόι του έλειπε τόσο θάρρος συσσώρευε κι όσο λαχταρούσε τη μητρική αγκαλιά άλλο τόσο φρόντιζε να τονίσει την ανεξαρτησία του μέρα με τη μέρα χόρταινε με αυτοπεποίθηση αντί με της μάνας του το γάλα και σιγά-σιγά άρχιζε να διασχίζει το δρόμο στην αρχή σαν παιχνίδι μετά αναζητώντας την παραπάνω γνώση να δει τον κόσμο από την απέναντι μάντρα
μα ήταν που ήταν κατάμαυρο ήταν που’ταν μια σταλίτσα δύσκολο να το ξεχωρίσεις με το σιδερένιο άρμα σου μες στο σούρουπο
στενάχωρος ο κόσμος τούτος για τις όμορφες ψυχές


*Γαλιδεύς*· ό τής γαλής σκύμνος. Κρατίνος "Ωραις.

Τετάρτη 9 Ιουλίου 2014

τοίχο-τοίχο

Περπατάει τοίχο-τοίχο. Στις απέλπιδες σκιές. Κάθε τόσο σταματά και αφουγκράζεται. Βαριανασαίνει. Εισπνοή, εκπνοή, που και που ξεφεύγει ένας μικρός στεναγμός. Το ρυθμό ακολουθούν οι σκέψεις. Όσες ξεφεύγουν πέφτουν στο καυτό τσιμέντο κι εξατμίζονται. Όσες μένουν γυρνάνε πίσω κάνοντας αντήχηση. Ανάμεσα στις ρόδες των αυτοκινήτων στριμώχνονται πεσμένα τα νεράντζια. Ποδοπατημένες καρδιές.

Παρασκευή 25 Απριλίου 2014

Το όνειρο της γάτας

Aπό: Puvo cartoons http://www.toonpool.com/
Οι άνθρωποι σ’ αυτό το σπίτι είναι γενικά νευρικοί. Ακόμα και τα παιδιά. Αλήθεια σας λέω. Αντί να περιμένουν την ώρα του χαδιού, μου την πέφτουν μόλις μπανιαριστώ κι αφού έχω ξοδέψει αμέτρητες γλωσσιές στην πυκνή μου γούνα. Με βουτάνε τις πιο ακατάλληλες στιγμές και με ζουλάνε χωρίς έλεος, χωρίς να ρωτήσουν, χωρίς να πτοηθούν απ' το μουτρωμένο ύφος μου. Τόσο δύσκολο είναι να καταλάβετε μια γάτα; Μετά θέλετε να καταλάβετε τους άλλους ανθρώπους. Άσχετοι, σας λέω. Τους χρειάζεται ηρεμία, διαλογισμός ή απλώς παρατηρητικότητα.
Είμαι μεγαλόκαρδη όμως και τους συγχωρώ κι ας μην δείχνουν την ίδια ανοχή στις δικές μου ανάγκες για δαγκωνιές και μικροκαταστροφές.
Όχι, σοβαρά τώρα. Ακούστε τι έγινε τις προάλλες για να εκτιμήσετε την ανωτερότητά μου. Κούρνιασε η μαμά του σπιτιού στον καναπέ. Της αρέσει να κουλουριάζεται απέναντι στη σβηστή τηλεόραση και κοιτάζοντας την οθόνη να γλαρώνει (το ίδιο κάνει κι όταν η τηλεόραση παίζει, οπότε δεν την κατηγορώ που πάτησε το off).
Όταν κάποιος κοιμάται, πάω κι εγώ πάνω του. Γουργουρίζω στην ποδιά του, στριφογυρνάω, ζυμώνω λίγο την περιοχή και ρίχνω έναν ύπνο με ησυχία. Έτσι νόμιζα δηλαδή. Γιατί μόλις αποκοιμήθηκα, άρχισα να βλέπω αυτό που ονειρευόταν κι εκείνη. Το παθαίνουν αυτό τα πλάσματα που εμπιστεύονται το ένα το άλλο.
Έβλεπε λέει, ότι πεθύμησε λουλούδια. Άρχισε να ρουθουνίζει τον αέρα. Μυρωδιές από γαρδένιες, τριαντάφυλλα, φρέζες, αγιόκλημα και πασχαλιές στροβιλίστηκαν, κρύφτηκαν, γαργάλησαν τη μύτη της παιχνιδιάρικα και σταδιακά άρχισαν να καλύπτουν το χώρο. Να κάθονται στην υφέρπουσα τηγανίλα, να πασπαλίζουν την ξεχασμένη σκόνη, ν’ αστράφτουν στις γωνιές των επίπλων, να κρύβονται και να κυνηγιούνται στο σαλόνι σαν έξαλλα πιτσιρίκια. Η μαμά χαμογέλασε, οπότε χαμογέλασα κι εγώ. Αυτό σας εξηγώ. Εγώ, σέβομαι τις διαθέσεις τους!
Αν προσέξετε, θα διακρίνετε και τα χείλη μου ν’ ανασηκώνονται και να διαγράφεται ο ένας γατόδοντας (οι άσχετοι, τον λένε κυνόδοντα). Κι εκεί που περιμένω να σκάσουν μύτη πουλάκια, να τα δω και να τα τσακώσω –στα όνειρα τα πετυχαίνω πάντα- ακούγεται ο αγριεμένος θόρυβος τέρατος.

Τετάρτη 6 Νοεμβρίου 2013

Νιαρ

Στο σπίτι μας ήρθε η αγάπη. Έχει τριχωτά αυτιά και μεγάλα μουστάκια. Η αγάπη είναι μάγισσα. Δεν ξέρω πως το πετυχαίνει, μα τα μάτια της γίνονται μεγαλύτερα απ' το πρόσωπό της. Όταν σε παρατηρεί,  ξέρεις πως κάπου έχει βγάλει σημειωματάριο και γράφει-γράφει. Όχι στ' ανθρώπινα. Σε μια γλώσσα μακρόσυρτη και γουργουριστή. Δεν τη φωνάζουμε αγάπη, αλλά όλοι ξέρουμε ότι  αυτή είναι. Απ την αρχή. Το γράφει στο βλέμμα μας όταν την κοιτάμε, όταν τη συζητάμε.

Καταπληκτικό το τι μπορεί να σου δείξει ένα μικρό πλάσμα.
‘Οπως:

Μην στενοχωριέσαι. Για τίποτα και για κανέναν, γιατί θα έρθει στην αγκαλιά σου να ζυμώσει την πίκρα με το χώμα που είσαι φτιαγμένη. Το ζυμάρι θα φουσκώσει, θα μεταμορφωθεί σε ένα σμήνος χρωματιστών σαπουνόφουσκων. Oι φούσκες θα εκραγούν  μοσχοβολώντας. Μπορεί και να μυρίζουν ψαρίλα, μα εντέλει, θα σε γιατρέψουν.

Μην αγχώνεσαι. Όταν η μάγισσα κοιμάται στην αγκαλιά σου, ο ύπνος φιλάει και τα δικά σου βλέφαρα. Παραφιλάει τους εφιάλτες. Τις νύχτες που εμείς βυθιζόμαστε, τα γατιά ξαγρυπνούν, Πλέκουν ονειροπαγίδες. Γι αυτό κάθε πρωί ξύνουν τα νύχια τους. Κρατιούνται σε φόρμα. 

Και κοίτα την! Τι όμορφα που παίζει μ ένα παραπεταμένο χαρτάκι. Το ακριβότερο παιχνίδι - στο λένε τα παιδιά των ανθρώπων και των ζώων- είναι αυτό που αφήνει τη φαντασία να το ντύσει όπως θέλει. Το σκουπίδι γίνεται ποντίκι. Κουνάει την ουρά του. Κρύβεται, απειλεί, πάει να πετάξει γιατί τώρα είναι καναρίνι και σε λίγο θα γίνει σαμιαμίδι.

Υπάρχει πάντα ο πόνος για να σε μάθει τα δυκολότερα, αλλά ένα αναπάντεχο δώρο αγάπης θα στα δείξει μέσα απ τα μονοπάτια της ομορφιάς. Δηλαδή τις λεωφόρους υπερταχείας κυκλοφορίας.