Παρασκευή 26 Αυγούστου 2011

Η καλή μέρα στα βλέφαρα ζυγίζεται


Δεν υπάρχει τίποτα πιο γλυκό απ’ τον ύπνο που σε τυλίγει σ’ αραχνοΰφαντα πλοκάμια μετά από μια μέρα απλής σωματικής κόπωσης. Εντάξει, ίσως υπερβάλλω. Ίσως φαίνεται ότι γλυκύτερο για τούτη τη στιγμή. Μια πολυτέλεια που ταξινομείται στα πάνω-πάνω ράφια της καθημερινότητας και δεν θα τη νοσταλγήσεις παρά μόνο αν αρρωστήσεις ή βασανιστείς από αϋπνίες.  Σήμερα όμως, αυτή η γλύκα συνελήφθη επ’ αυτοφώρω, μάλλον γιατί περιμένω την παιδική φίλη για κουβεντούλα στη βεράντα, οπότε κι αδυνατώ να υποκύψω στον πειρασμό. Ίσως μόνο λίγο. Να ίσα που θα κλείσω τα μάτια και μέσα σε εφτά λεπτά –τόσα λένε πως αρκούν- θα βυθιστώ στην άβολη θέση του καναπέ και θα προλάβω να δω τα όνειρα που προεκτείνουν τη μέρα σ’ εκείνα τα λιβάδια όπου η εγρήγορση φοβάται ν’ απλωθεί. Και πάνω που θ’ αρχίσω να τεντώνομαι στα παράλογα, τα μακρινά, τα φιλόξενα, ντριν θα χτυπήσει η εξώπορτα κι η μέρα θα με ξαναρουφήξει στα απτά και τα πεπατημένα. Αλλά δεν θα παραπονεθώ. Όχι πολύ. Γιατί όταν συναντάς φίλους απ’ τα παλιά, κοντοστέκεσαι στις αφώτιστες γωνιές παλιών διαδρομών, βαδίζεις τους δρόμους μέσα απ’ τα χνάρια των κολλητών και λες κουβέντες όπως: "ώστε αυτά πίστευες τότε", "αυτό ήταν το όνομα του αγοριού με το ξεθωριασμένο πρόσωπο και την ανάμνηση που κάποτε ήταν η είδηση της μέρας, μπορεί και του μήνα", "ώστε μόνο τρεις ήταν οι θαλασσινές τούμπες στη σειρά που μπορούσα να κάνω, κοίτα κι εγώ νόμιζα πως έκανα δεκαπέντε με μια ανάσα". Κι ο ύπνος θα παραμερίσει και θα περιμένει ευγενικά, τόσο που για να τον ευχαριστήσω μετά, δεν θα του πω ούτε ένα όχι. Άσε που θα ευχηθώ έτσι να έρθει κάποτε κι ο αδερφός του, αλλά όχι ακόμη βέβαια.

Κυριακή 14 Αυγούστου 2011

Να κλέβεις


Να κλέβεις! Ν’ αρπάζεις απ’ τη ζωή πράγματα, στιγμές, χάδια, απολαύσεις, αναστεναγμούς, συγκινήσεις, δοσίματα-λιωσίματα, δάκρυα, γέλια κι άλλα γέλια, απαγορεύσεις, ομορφιές. Ό,τι είναι αντίθετο στα πρέπει, ό,τι τραβάει τις στιγμές στην αιωνιότητα, ό,τι κάνει τα κύτταρα να στέκουν άφωνα, ό,τι βρίσκει τους νευρώνες ομόφωνα παρόντες, να του ορμάς. Όσα η ζωή απομακρύνει, όσα σου τάζει για μετά, όσα την καθορίζουν, αυτά είναι που πρέπει να γίνουν τώρα!

Παρασκευή 12 Αυγούστου 2011

ΠΕΦΤΑΣΤΕΡΙΑ


Βροχή Περσειδών τη νύχτα της 12ης Αυγούστου:



Να τα προλάβω θέ μου κάνε να προλάβω να κάνω μιαν ευχή·μιαν ευχή που να τους πιάνει όλους: για αυτούς που ταξιδεύουν μακριά από τους δικούς τους, για αυτούς που καρτερικά υποφέρουν και υπομένουν, για τα παιδάκια στην Σομαλία-να προλάβουν να φάνε, για τους φοβισμένους μετανάστες που λίγο-καλύτερη-από-εκείνη-που-εγκατέλειψαν-ζωή ζητάνε, για τους Σύρους που παλεύουν, για τους Αιγύπτιους που επιμένουν, για τους αλήτες που τα σπάνε γιατί κανείς δεν τους έδωσε ελπίδα, για τους Παλαιστίνιους που ζητάνε μια πατρίδα, για τους Ισραηλίτες που την παλιά τους ζωή διεκδικούν, για αυτούς που βαδίζουν κόντρα στον άνεμο, για αυτούς που φύτεψαν ένα δέντρο και ονειρεύονται τη σκιά του να απολαύσουν, για τα ζωάκια που βρίσκονται στο δρόμο, για τα παιδιά της κατασκήνωσης που δεν πρόλαβαν να μεγαλώσουν, για τα παιδιά με τις ειδικές ανάγκες που δεν θα ξαναπάνε κατασκήνωση, γιαυτούς που ξενυχτάνε στο προσκεφάλι κάποιου δικού τους, για τους εραστές που αναζητούν τη φωλιά τους, για τους άνεργους που αναμένουν, για αυτούς που εξαθλιώνονται γιατί έχουν στόματα να θρέψουν, για αυτούς που εξευτελίστηκαν παρακαλώντας, για τα κορίτσια που βρέθηκαν στα χέρια ανελέητων εμπόρων, για τα πρεζόνια που μάταια περιμένουν τη σειρά τους σε μια λίστα, για αυτούς που μεγάλωσαν χωρίς αγάπη, για τους εθελοντές που στέκονται δίπλα στους ανήμπορους, για τους απελπισμένους που περιμένουν ένα θαύμα, για αυτούς που επιμένουν να περπατάνε ολόρθοι, για αυτούς που αν και ταλαιπωρημένοι επιμένουν να κρατούν ίσια πορεία, για τους εκπεσόντες αγγέλους, για τους θανατοποινίτες της Λευκορωσίας, για αυτούς που εργάζονται για 1,5 δολάριο το μήνα, για τους Ρομά που εκδιώκονται, για τους καλλιτέχνες του δρόμου, για αυτούς που ζουν σε καταυλισμούς, για αυτούς που στοιβάζονται σε μια βάρκα με ελπίδα να περάσουν απέναντι, για τους Σουδανούς που αντιστέκονται, για τους ακτιβιστές που πιστεύουν, για τους εγκλωβισμένους που ασφυκτιούν, για τους παρίες του δυτικού κόσμου, για τους ξεχασμένους, για τους αποκομμένους, για τους ανερμάτιστους, για αυτούς που ξέρουν να αγκαλιάζουν και προπάντων να αγαπούν...

Κι εσύ Σελήνη μου, στάσου για λίγο παράμερα, να προλάβω γιατί αυτός ο κατάλογος δεν τελειώνει...


Τρίτη 9 Αυγούστου 2011

Εκεί που δεν μπορείς να πας

Φωτογραφία του Λεωνίδα
Αυτό δηλώνει το όνομα της παραλίας: Απηγανιά. Κανείς δεν πάει εκεί. Το μονοπάτι είναι απότομο, γεμάτο αγκάθια, λογχοφόρα βάτα, θυμάρια ανθισμένα και μοσχοβολιστά μεν, αρπαχτικά ωστόσο ρούχων και γυμνού δέρματος. Κατεβαίνω και σκέφτομαι ορειβατικούς γάντζους και σχοινιά. Mετά θυμάμαι πως δεν έχω ούτε και ξέρω να χρησιμοποιώ παρόμοιο εξοπλισμό. Συνεχίζω την κάθοδο, γιατί τα νερά εκεί κάτω παραείναι πράσινα, η άμμος υπερβάλλει σίγουρα -δεν μπορεί να έχει στ’ αλήθεια πασπαλιστεί με χρυσόσκονη- και κάποιος πρέπει επιτέλους να διαψεύσει όλο αυτό το παραμύθι της τάχα μου υπαρκτής -σαν το σοσιαλισμό- ονειρικής παραλίας ακόμα και διακινδυνεύοντας τη σωματική του ακεραιότητα. Κι έπειτα είναι εκείνο το ΔΕΝ. Δεν πηγαίνεις εκεί. Η απαγόρευση που προκαλεί την παράβαση. Αν δηλαδή  βρω τόπο να πατήσω, χώμα αρκετό να χωρέσει ολόκληρο το πέλμα της σαγιονάρας κι όχι μια επικλινή ακρούλα. Κι εκεί που το χέρι πάει να πιαστεί σε ασταθή κοτρώνα, τη βρίσκω κατειλημμένη από γλωσσού σαυρίτσα, με την οποία κοιτάζομαι κατάματα μέχρι ν’ αναγκαστώ να χαμηλώσω το βλέμμα. Μόνο τότε, μου κάνει τη χάρη να πάει παραδίπλα. Κατεβαίνω κι ήδη σκέφτομαι το ανέβασμα μετά το βάφτισμα σ’ αυτή την αμνιακή λεκάνη.

Τετάρτη 3 Αυγούστου 2011

Ανασχηματισμός

Χελιδονόψαρα (Dactylopterus volitans) φωτογραφημένα από το Λεωνίδα
Η θάλασσα στραφτοκοπάει κι αδιαφορεί για τους θαυμαστές της. Αδιαφορεί και γι αυτόν το μικροσκοπικό ανθρωπάκο. Χτυπιέται στο κανό, μάταια ελπίζοντας να την κατακτήσει.
Ο τύπος έχει δώσει εντολή στους καταδρομείς ν’ απομακρυνθούν. Θέλει να μείνει μόνος. Να θυμηθεί πως είναι να κυκλοφορείς χωρίς την απειλή των λαϊκών εκδηλώσεων αγάπης. Εδώ στα βαθιά, νιώθει ασφαλής. Εννοείται πως βυθός, καιρός και επιφάνεια έχουν ήδη σαρωθεί από τους άνδρες της ασφάλειας. Οι μόνιμοι κάτοικοι της περιοχής, μπαρμπούνια, κουτσομούρες, κέφαλοι, κοκοβιοί, δράκαινες ροφοί, γλώσσες και χταπόδια περιμένουν να περάσει. Όλα περαστικά είναι στη θάλασσα. Κάτι ψάρια –όλοι στο βυθό ξέρουν γι αυτά πως τα έχουν τελείως χαμένα κι ακούνε φωνές- λένε ότι ο τύπος είναι αρχηγός του κοπαδιού των ανθρώπων. Τα ψάρια δεν έχουν σε εκτίμηση τους ανθρώπους, ούτε αυτούς με τα δίχτυα, τις τράτες και τους δυναμίτες ούτε τους άλλους που κορδώνονται θαρρώντας πως κουμαντάρουν τα κοχυλότσουφλά τους. Άρπαγες και φαντασμένοι, αλλά τόσο ηλίθιοι; Αυτός είναι ο καλύτερος τους;

Δευτέρα 1 Αυγούστου 2011

Πότε ήρθες; Πότε θα φύγεις;


Ξαναγυρίζω στο χωριό, στον αστικό εκείνο τόπο πλέον που επιμένω να αποκαλώ 'το χωριό' όταν όλοι το λένε με το όνομά του, ικανοποιώντας κάπως ενδόμυχα τη ματαιοδοξία τους, αφού τα τελευταία χρόνια χαίρει ιδιαίτερης αναγνώρισης και εκτίμησης από τους ντόπιους ταξιδευτές. Ξαναγυρίζω για τις καλοκαιρινές διακοπές, κι εγώ όπως και οι παιδικοί μου φίλοι, με την οικογένεια, που είναι άλλη από αυτήν που γνωρίζαμε όταν είμασταν παιδιά. Κάθε καλοκαίρι, φέρνει και την αναπόφευκτη επιστροφή της ψυχής στα φίλια χώματα.