Αμέτρητοι οι τρόποι να κοιτάξεις τον κόσμο. Από μακριά, από κοντά. Ματιές σε σημείο ιδιαίτερο εστιασμένες, ανεστίαστες, θολές, πολύπλοκες, φαντασιακές, χαμένες.
Αν ας πούμε, δεις τον κόσμο των ειδήσεων και διαβάσεις τα τερτίπια της ανθρώπινης εξουσίας, θα νιώσεις την αρρώστια τους να σε παραλύει. Θα μείνεις με το στόμα ανοιχτό απ’ το θράσος τους. Άδικα κι ανέλπιδα λερωμένος κόσμος.
Αν δεις τον κόσμο απ’ την εξουσιαστική πλευρά της φύσης, εκείνης που μεταχειρίζεται τον άνθρωπο σαν άλλο ένα στοιχείο της -ακόμα κι όταν αυτός την στοιχειώνει- τότε η αδικία αποκαθίσταται. Τότε, επιβιώνει μια ελπίδα. Πως στο τέλος -σ’ ένα θαμπό, παρεκκλίνον μέλλον- όλα θα πάνε καλά. Με ή χωρίς τον άνθρωπο. Αφομοιώνοντας ή εξαλείφοντας τον. Που δεν έχει και πολύ σημασία, τέτοιος που επιτρέπει στον εαυτό του να είναι.
Δεν ξέρω την ιστορία καλά. Είναι που οι καινούργιες γιορτές, εξουσιάζουν –νομίζουν- τις παλιές κι έχουν σβήσει –θαρρούν- τα ίχνη τους. Μα πιστεύω βαθιά πως μια τέτοια ματιά στην εξουσία της φύσης, είναι η γιορτή που συμπίπτει με το Πάσχα. Κι αν αυτό διαλαλείται πανηγυρικά την ώρα της Ανάστασης, ήδη αποκαλύπτεται απ’ την περιφορά του θανάτου του ίδιου στον Επιτάφιο. Του θανάτου που δεν είναι οριστικός κι όλοι προοικονομούν το τέλος του. Ω γλυκύ μου έαρ, μπερδεμένο στις μυρωδιές του πρώιμου αγιοκλήματος και της ασυγκράτητης πασχαλιάς. Έαρ είσαι ο νικητής -με ή χωρίς τον άνθρωπο- όσο θάνατο, όσο θράσος, όση παράλυση κι αν μας κερνάει η απληστία.
*Η φωτογραφία απ' τη ματιά του Λεωνίδα
Η φύση ανασταίνεται κάθε άνοιξη, όπου της το επιτρέπουμε. Εμείς;
ΑπάντησηΔιαγραφήΕμείς, όσο αισθανόμαστε κομμάτι της.
Διαγραφή