Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα άνθρωποι. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα άνθρωποι. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 8 Νοεμβρίου 2012

Χθες βράδυ στο Σύνταγμα

Μπορείς να τ’ αφήσεις να περάσει. Μπορείς να παρακολουθήσεις τη συζήτηση στη Βουλή, παγωμένος στον καναπέ σου, ή στο σπίτι φίλων-να βρίζετε μαζί, ή στο καφενείο να θυμώνεις πάνω απ΄ το τάβλι.  Και μετά να πας για ύπνο. Φαρμακωμένος κι ανήμπορος.
Ή μπορείς να κατέβεις στο Σύνταγμα τη μέρα που ψηφίζονται τα μέτρα. Να ψηφίσεις κι εσύ με το κορμί σου. Να είσαι εκεί όταν παίρνονται οι αποφάσεις. Μια κουκίδα στο βίντεο, μια θολή φιγούρα σε μια φωτογραφία. Μια πινελιά ανάμεσα στους ζωντανούς. Όλοι οι πίνακες, από πινελιές σχηματίζονται κι αν τα χρώματα αποφασίζανε να γίνουν αόρατα–γιατί τι να σου κάνει ένα μικρό κόκκινο κι ένα τόσο δα γκρι κι ένα απειροελάχιστο κίτρινο-οι μουσαμάδες των ζωγράφων θα ήταν άδειοι.

Τετάρτη 17 Οκτωβρίου 2012

Απόλλωνες και Διόνυσοι


Υπάρχουν αυτοί οι άνθρωποι που κοιτάνε πάντα μπροστά
που ξεδιψούν με αδρεναλίνη
που εκρήγνυνται σαν το ρόδινο σαμπανίτη
που χαράζουν το χρόνο τους λες και τους ανήκει
που αντιπαρέρχονται τα πρέπει τους για χάρη μιας ξεγνοιασιάς και μιας ψυχικής αλεγράδας

οι αμετροεπείς, οι ανατρεπτικοί, οι αστίχοιστοι, οι αστόχαστοι, οι ανερμάτιστοι

Είναι αυτοί που σε παιδεύουν
Που σε οικτίρουν όταν τους ξυπνάς μια ανάμνηση θολωμένοι από το ναρκισιστικό παιχνίδι τους
Που δεν σε παρηγορούν αλλά σε γεμίζουν μουσικές
Που δεν σε αφήνουν να γκρεμιστείς μέσα στη δίνη των γεγονότων και την ανεμελειά των μικροπαθών σου
Που σε χαράζουν ανεξίτηλα

Είναι αυτοί που θα σε εξοργίσουν με τις απιστίες τους, με την ασυνέπειά τους, που δεν μαθαίνουν από τα λάθη τους, αλλά πέφτουν με τα μούτρα στα ίδια και σε άλλα πολλά όπως αυτά που λιγοστεύουν μόνο με την ηλικία
Που σου μιλούν σε γλώσσα ακατάλληλη για ευαίσθητα παιδικά αυτιά
Που τσαλακώνουν τις αντιρρήσεις σου
και σβήνουν τις αναστολές σου
Που όταν εσύ είσαι εδώ, αυτοί είναι κάπου αλλού εκεί έξω
Που σε κοιτούν με μάτια κόκκινα που ταξιδεύουν πέρα από σένα, πίσω, μακριά
Που σε ξεσηκώνουν σκαλίζοντας τη φωτιά που σιγοκαίει μέσα σου και σιγοβράζει την ψυχή σου
Που σε τραβάνε για μέρη που δεν υπάρχουν, δεν τα 'χεις σκεφτεί ή ονειρευτεί, μόνο που τα βλέπεις τώρα μπροστά στα μάτια σου σαν τον πλέον εύκολο προορισμό
Που σε εξοργίζουν όταν σε φέρνουν σε δεύτερη μοίρα, όταν σε ξεχνούν στην καθημερινότητα σου, όταν σε παραμελούν με πειστική δικαιολογία επιχειρηματολογώντας επονείδιστα, όταν σε ξεσηκώνουν φωνάζοντας...
Αλλά εσύ όταν είσαι μαζί τους λιώνεις σαν καραμέλα με άλικη γεύση, μεθάς με τα χρώματα του ορίζοντα, σκύβεις να πιείς από την πηγή και ξαναγίνεσαι πάλι παιδί.

Τετάρτη 3 Οκτωβρίου 2012

Η Ελλάδα που αλλάζει


Κατεβαίνοντας σήμερα απ’ το λεωφορείο με το συνάδερφο, συναντήσαμε μια ομάδα από... Ω, θα καταλάβετε αμέσως, το είδος της ομάδας. Φέρει τ’ όνομα ενός γράμματος. Ή της εκβολής ενός ποταμού. Ξέρετε. Εκεί μου μαζεύεται η βρωμιά. Εκεί που οι προσχώσεις μολύνουν τη θάλασσα.  
Σιδερόφρακτοι, πάνοπλοι, με τις μηχανές, με το ύφος του τσόγλανου και τα γιλέκα τ’ αδιάτρητα απ’ την ανθρωπίλα.
Παλιά, σκεφτόμουν, πως κάποτε, κάποιοι απ’ αυτούς, μπορεί ν’ αλλάζαν δέρμα. Να παρατήσουν τις στολές στη μέση του δρόμου ή έστω να τις καταχωνιάσουν στο μπουντρούμι. Να πατήσουν αυτό το ύφος της εξουσίας σαν τσιγάρο που μόλις σιχάθηκαν.
Παλιά. Τώρα, δεν σκέφτομαι. Μόνο ανακατεύομαι.
-          Εκατό κιλά είναι ο εξοπλισμός τους, παρατήρησε ο συνάδερφος.
-          Και τους τα ‘χουμε όλα πληρωμένα εμείς, συμπλήρωσα με μούτρα. Εντός κι εκτός.
-          Την μπέμπελη θα βγάλουν μ’ αυτή τη ζέστη.
Και σκέφτηκα πάλι. Και να ξαπλωθούν κάτω από θερμοπληξία, δεκάρα δεν δίνω.  
Σαν να κοπάνησα αιφνιδιαστικά σε καθρέφτη. Χωρίς να οχυρωθώ πίσω από χαμόγελα. Πριν στρώσω τα μαλλιά. Πριν μαλακώσω. Σκληρότητα. Να μου ‘λεγες  μερικά χρόνια πριν, πως θα λογάριαζα έτσι ανθρώπους, θα σε πέρναγα για παλαβό.