Πέμπτη 29 Οκτωβρίου 2015

Το Όχι σε μια ερώτηση που δεν έγινε


Οι σφαγές στο Δίστομο, Αλέξανδρος Καρογιαννάκης
Πέρασε άλλη μια 28η Οκτωβρίου κι ευτυχώς –λέω- ο μικρός δεν μου απηύθυνε μια από κείνες τις ερωτήσεις-παγίδες. Εκείνες που την απάντηση την υποψιάζεται ωστόσο, επιδιώκει την πρόκληση.
Σε θέλει να ακροβατείς κι εκείνος παρακολουθώντας να σου πετάει μπάλες, ομπρέλες, κορίνες που πρέπει να πιάσεις στον αέρα ισορροπώντας στο τεντωμένο σχοινί.

Ίσως όμως, να μεγάλωσε πια και να βαρέθηκε τις προκλήσεις. Ίσως να άρχισε κι αυτός να συμβιβάζεται. Να μην αναζητά όρια ελαστικότητας, ή διαρροής στις αντοχές της σκέψης.
Ίσως και να μην τον ενδιαφέρει πια η συλλογιστική της παλιάς γενιάς.
(και ποιος θα τον κατηγορήσει για μια τέτοια απόφαση;)

Η ερώτηση που απέφυγα, είναι -φυσικά- η εξής:
-          Μαμά, τι ακριβώς γιορτάζουμε στο Όχι;

Ξέρει πια την ιστορία.
Ξέρει τι είναι φασισμός και ποιες χώρες είχαν φασιστικά καθεστώτα το 1940.
Ξέρει τι έγινε μετά τον πόλεμο. Ποιοι αντιστάθηκαν και ποιοι επικράτησαν. Γνωρίζει την ιστορία του εμφυλίου.
Ευτυχώς στο σχολείο, δεν μιλήσανε για το ένδοξο Όχι του Μεταξά*. Αποφύγανε τη λέξη Όχι. Ακούγεται λίγο παράταιρα τελευταία.
Είπανε μόνο για την Κατοχή και την πείνα. Γέμισαν οι τοίχοι σκελετωμένα παιδιά. Με εικόνες από κάρα που μεταφέρουν νεκρούς.
Στοιβαγμένους.
Εκμηδενισμένους.
Πρώτα μικραίνει το κορμί, μετά η ανθρώπινη υπόσταση. Σαν νούμερο σε γραμματοσειρά που φθίνει. Από δω ως την ασημαντότητα.
Κρύο, εγκατάλειψη, στέρηση.
Παιδικά μάτια. Μεγάλα σαν εβδομάδες (που λέει η Ζυράννα)  

Γνώριμα μάτια. Αναγνωρίσιμα στα μάτια των εφήβων. Τα μάτια των προσφύγων.
Τα κορμιά των πνιγμένων.
Η εικόνα της εξαθλίωσης είναι πολύ πιο οικεία πλέον από την όψη της περηφάνιας.
Κι εξάλλου η εξαθλίωση είναι μεταδοτική. Περνάει από τα κενά του φράχτη, γλιστράει από τα Hot Spots.
Άπαξ και αποδεχθείς την εξαθλίωση ως μέρος της καθημερινότητας, την έχεις κολλήσει. Θα σε καταπιεί αργά ή γρήγορα.

Απομένει η εικόνα της πείνας ως εκκρεμής ερώτηση. Πνιγμένοι που μας στοιχειώνουν με τις δικές τους ερωτήσεις.
Τι έγιναν τα Όχι σας; 

Εκείνες οι φωτογραφίες στους τοίχους του σχολείου κι αυτές οι φωτογραφίες του σήμερα, απαιτούν μια απάντηση. Απ΄αυτές που φέρνουν τις μαμάδες -και όχι μόνο- σε δύσκολη θέση.  
Κανονικά, αν δεν πεις Όχι σ’ αυτό που συμβαίνει σήμερα, τι λόγο έχεις  να γιορτάζεις το Όχι των παππούδων;

Ίσως αυτά να σκέφτεται ο μικρός μου.
Μπορεί πάλι, να έχει υιοθετήσει μια βολική οπτική. Πως τάχα αυτά δεν τον αφορούν.

Ίσως τελικά, να πρέπει να τον ρωτήσω εγώ.
(κι ας ετοιμασθώ να πιάσω στον αέρα μπάλες, ομπρέλες και κορίνες.)

*Ο Μεταξάς δεν είπε κανένα περήφανο όχι, αλλά ένα : «Alors, c'est la guerre», δηλαδή:  «λοιπόν, είναι πόλεμος.»

Πέμπτη 15 Οκτωβρίου 2015

το κορίτσι του διπλανού βαγονιού



Το κορίτσι μπήκε μέσα στο βαγόνι κοιτώντας με κάποια αγωνία τριγύρω της.
Φορούσε ένα πράσινο τσόχινο καπέλο και είχε περασμένο ένα πλεχτό κασκόλ που έπιανε το καπέλο, το λαιμό κι έφτανε σχεδόν μέχρι το σαγόνι. Τα μαλλιά της πιασμένα όπως-όπως, ίσα που συγκρατούσαν το καπέλο στη θέση του, αφήνοντας να πέσουν μερικές στριφτές τούφες πάνω στο μέτωπο. Δεν έκανε τόσο κρύο που να δικαιολογούσε τέτοιο ντύσιμο. Το βαμβακερό παλτό, μακρύ, με μεγάλες τσέπες, σύρθηκε μέχρι το πάτωμα όταν κάθισε, αναγκαστικά λόγω του βαριού σακιδίου στην πλάτη της στην άκρη του καθίσματος. Κουβαλούσε πράγματα, κουβαλούσε πολλά πράγματα, το σακίδιο, όχι μόνο δεν την άφηνε να ακουμπήσει την πλάτη στο κάθισμα, αλλά την έσπρωχνε κιόλας, σαν να μην τη χωρούσε ο τόπος. Κοίταγε τις πόρτες που ανοιγόκλειναν σε κάθε σταθμό, και μετά τη διαδρομή, που αποτυπωνόταν πάνω από την κάθε πόρτα του βαγονιού, ανοιγόκλεινε τα χείλη σαν να διάβαζε τις στάσεις στη γλώσσα της- είχε κατεβάσει το κασκολομάντηλό της, και διέκρινες τα λεπτά χαρακτηριστικά του προσώπου με τα αμυγδαλωτά μαύρα μάτια. Λεπτά ήταν και τα δάχτυλα, που εξείχαν από τα κομμένα γάντια, αψιά, μακριά δάχτυλα με βρώμικα νύχια. Φαινόταν ταλαιπωρημένη αλλά στεκόταν στητή και πλήρης, σαν να είχε μόλις γυρίσει από κάποιο μακρινό ταξίδι, μια αποστολή εκτός έδρας, ίσως πάλι να είχε ανακαλύψει κάτι ενδιαφέρον μέσα στα χαρτόκουτα. Μπορούσες να φανταστείς τι έκρυβε μέσα του το σακίδιο, αν προλάβαινες να απαριθμήσεις τόσα πολλά ετερόκλητα πράγματα πριν φτάσεις στη δική σου στάση, φανταζόσουν όμως, ρούχα βαμβακερά, σε χρώματα ερήμου ή της σταχτιάς πόλης, κατσαρολάκι, γκαζάκι, ένα σετ κουταλομαχαιροπήρουνα, εφημερίδες σε λωρίδες-ζεσταίνουν αυτές, ένα μπλοκ σημειώσεων με δυο-τρία φύλλα αδειανά, γκρίζα κουπόνια φαγητού, σπασμένες κερομπογιές, ένα ρολό χαρτί υγείας, μισοχρησιμοποιημένο, κλεμμένο από δημόσιες τουαλέτες, αν υπήρξαν, αν τις πετύχαινε.

Τετάρτη 14 Οκτωβρίου 2015

Legal Alien

Hassam, Φθινόπωρο

Πρωί συννεφιασμένο, μεσοβδόμαδο.
Χωρίς το βάρος της Δευτέρας, χωρίς την αλαφράδα της Παρασκευής.Χλιαρότητα. Απ' αυτήν που την ξερνάνε κι οι Θεοί.
Μα είμαστε στην Ελλάδα καλέ(-ή) μου κι όλες οι μέρες έχουν γίνει Δευτέρες. Ή δεύτερες.
Αν είχαμε γατίσιες ευαισθησίες, τ' αυτιά μας θα ορθώνονταν στην αλλαγή των τονισμών. Όμως οι ευαισθησίες αποκοιμήθηκαν. Μπας κι επιβιώσουν. Σαν τους αστροναύτες των διαπλανητικών ταξιδιών. Προσδοκούν να ξυπνήσουν ζωντανές στο τέλος του δρόμου. Αν στο μεταξύ, δεν συντριβεί το σκάφος.
Κανείς δεν παρακολουθεί τους χτύπους της καρδιάς τους.
Μπορεί και να σαπίζουν σε βαθιά κατάψυξη.

Παρασκευή 9 Οκτωβρίου 2015

Αλαμπουρνέζικα


Γίνονται σημεία και τέρατα. Κυρίως τέρατα. Και είναι τόσο μα τόσο βαρετό και ψυχοφθόρο να γράφεις γι αυτά. Άσε που δεν έχει και πολύ νόημα. Επί των τεράτων, έτσι κι αλλιώς, συμφωνούμε. Επί των φαρμάκων πάλι, τρέχα γύρευε. Με το που πας να ψελλίσεις μια πρόταση, θα σου την πέσουν από χίλιες μεριές. Άλλοι γιατί θεωρούν πως τους στοχοποιείς, άλλοι γιατί όντως τους στοχοποιείς και καλά κάνεις, άλλοι γιατί βλέπουν με σκεπτικισμό την οποιαδήποτε πρόταση, που δεν μπορεί, θα χει τις αδυναμίες της, μια κι ο Θεός έχει αποσυρθεί από το Τμήμα Σχεδίασης Τελείων Λύσεων. 
Μεταξύ μας τώρα, η τελευταία του Τέλεια Λύση, εκείνο το σχέδιο με τον άνθρωπο και την ελεύθερη βούληση που και καλά θα επέλεγε το Καλό και θα επιστρέφαμε όλοι στον Παράδεισο, πάει κατά διαόλου. Ούτε ο διάολος να το είχε σχεδιάσει. 
Έχω δε και κάτι υποψίες πως έχει βρει δουλειά στο εξωτερικό. Κάπου μακριά από δω όπου εκτιμούν τα θεϊκά του ταλέντα. 
Να νοιώθει άραγε πού και πού νοσταλγία για μας; 
Σκέφτεται άραγε να γυρίσει στα γεράματα ή ρίχνοντας μια βιαστική ματιά προς την αποδώ μεριά, γυρνάει από την άλλη και μουντζώνεται;

Τεσπά που λέει κι ο γιος μου. 
Για να διατηρήσω τη στοχοπροσήλωση της δικής μου ελεύθερης βούλησης, κάνω μικρές βουτιές στην ομορφιά. 
Τώρα που κρυώνει η  θάλασσα και τέλειωσαν οι μέρες της άδειας, οι βουτιές γίνονται νοητικές. 

Ελάτε όμως να βουτήξουμε παρέα.

Αυτή λοιπόν, είναι μια ιστορία που την άκουσα από την αγαπημένη μου θεία. Λέει για μια γιαγιά, που κάποτε ήταν μικρό κορίτσι. Τη λέγανε Δέσποινα κι ήτανε η πεθερά της θείας μου.

Το κορίτσι είναι το χαϊδεμένο, το κακομαθημένο του πατέρα της. Η μαμά πέθανε στη γέννα κι αδερφάκια δεν υπάρχουν.  Ο μπαμπάς είναι ζωγράφος. Τόπος του η Χίος. Ζωγραφίζει θεούς κι αγίους, τα πιο πονεμένα μάτια της Παναγιάς, τα πιο αξιαγάπητα θεία βρέφη. Κι όταν τελειώνει τη δουλειά, ο κόσμος ανατέλει στη ματιά της κόρης του. 
Παραμύθια, τραγούδια, βόλτες, παιχνίδια, όλος ο χρόνος του δικός της.

Μόνο, που σκαρφαλωμένος μια μέρα ο μπαμπάς, στο ξύλινο ικρίωμα, κάπου δεν υπολογίζει καλά το βάρος του. Διπλώνει η σκαλωσιά, γκρεμίζεται κι ο αγιογράφος. 
Ευτυχώς δεν υπέφερε. 
Έμεινε στον τόπο. 

Πεντάρφανη η μικρή και κάτι συγγενείς που δεν τους περίσσευαν τα χρήματα (κι η αγάπη κυρίως), τη στέλνουν να δουλέψει σε μια μακρινή θεία, στη μακρινή Αλεξάνδρεια. 
Υπηρέτρια η Δέσποινα. 

Και πέρασε η χαϊδεμένη μεγάλα ζόρια. Δουλειές και ξύλο και χρόνια χωρίς αγκαλιές και γλυκόλογα.
Μα έλα που όταν είναι στραμμένο το είναι σου στην αγάπη και να χάσει τον μπούσουλα η εσωτερική πυξίδα, θα βρει τον τρόπο να δείξει κατά κει όπου είναι μαθημένη.

Μια μέρα, πηγαίνει η μικρή Δέσποινα στο χασάπη να ψωνίσει το κρέας της κακιάς θείας. 
Όμορφη σαν τη χαρά της ζωής. Η Δέσποινα, όχι η θεία, που δεν μας ενδιαφέρει κιόλας.
Το χασαπόπουλο, ένας μαυρομάτης Μαλτέζος, την ερωτεύεται κι επειδή δεν μιλάει τη γλώσσα της κι έχει καταπιεί τη δική του, της προσφέρει ένα τριαντάφυλλο να συνοψίσει το περιεχόμενο της καρδιάς.

Φαντάζεστε τώρα τη σκηνή. Η μικρή μυρίζει το άνθος, κοκκινίζει ως τ’ αυτιά, τρεμοπαίζει βλεφαρίδες, χαμογελάει πιο αινιγματικά, πιο συνθηματικά, πιο ξεκάθαρα κι απ την Τζοκόντα. Ο νεαρός φουντώνει, κοιτάει τα παπούτσια του, κοιτάει τα σφάγια που κρέμονται δεξιά κι αριστερά, κοιτάει τον ξύλινο πάγκο με τα αίματα, αλλά ο δρόμος της αγάπης δεν έχει γλυτωμό κι αργά, σαν σκηνή από ταινία, γυρνάει το βλέμμα σε κείνη. 
Εδώ είμαστε λοιπόν. 
Οι πυξίδες προσανατολίζονται και δεν αλλάζουν ρότα.

Πέμπτη 1 Οκτωβρίου 2015

Σωθήκαμε!



              30/9/2015
“Now we know Karma isn't out the door yet but we have a lot of things to do once she is and from all of the people who run this page I want to give an amazing and heartfelt thank you to all of Karma's supporters. YOU made this happen! We could not have done this without the thousands of people out there supporting a dog that you never met. I am just one of the admins of the page but as a person who knows Karma personally and understands that she IS NOT VICIOUS from first hand experience with her in my home and with my own 2 year old daughter and my dogs it has meant the world to me that so many would show their support and take action! THANK YOU TEAM KARMA! YOU ARE ALL AMAZING!

Αφού απελευθερώσαμε την πληροφορία* μέσα στον κυβερνοχώρο της δεκαετίας του ΄90 και μετά, το σύστημα άρχισε να φοβάται, όταν το διαδίκτυο ξεπέρασε τις προβλέψεις και τις προσδοκίες όλων των επικριτών και ενθουσιωδών οπαδών του, το σύστημα άρχισε να οργανώνεται, όσο η παγκοσμιοποίηση εξαπλωνόταν και το ιεραρχημένο σύστημα  να μετατρέπεται σε αποκεντρωμένο σύστημα, η βία μετασχηματιζόταν από ωμά κατασταλτική σε δομική διαποτίζοντας ύπουλα τους όρους της ανθρώπινης ύπαρξης. Κι ενώ η επανάσταση της πληροφορίας, όπως την ευαγγελίζονταν οι πρωτομάστορες της κυβερνοκουλτούρας, θα μπορούσε να ενεργοποιήσει τις προοπτικές για ειρηνικές, δημοκρατικές και περισσότερες ευτυχείς λύσεις ενεργοποίησε ταυτόχρονα και τις προϋποθέσεις για τις συγκρούσεις.