Τακτοποιούσα πριν μέρες, κάτι παλιές φωτογραφίες.
Ξεχώρισα τρεις
των παιδιών.
Ο Ν., 3 χρονών στα Κύθηρα.
Έχουμε βγει απ’ τη θάλασσα και
πριν του φορέσω το στεγνό μαγιό, ξεφεύγει κι αρχίζει να τρέχει στη γραμμή που
σκάει το κύμα. Κάνει ζικ ζακ, ξεφωνίζει, δραπετεύει απ’ τα ρούχα, τη φροντίδα,
την επιτήρηση.
Τον φωτογραφίζουμε γυμνό κι ευτυχισμένο ν’ απομακρύνεται
χοροπηδώντας.
Δυο χρόνια μετά, ο Α. στο Ελαφονήσι.
Ενός έτους, μουλιάζει ξαπλωμένος
ανάσκελα στα τυρκουάζ νερά μ’ ένα χαμόγελο χωρίς δόντια κι επιτήδευση. Χωρίς
μπρατσάκια επίσης. Κολύμπαγε από μηνών.
Είναι το νερό φυσικό στοιχείο των μωρών άλλωστε.
Το
ξέρουν, το αγαπούν, το εμπιστεύονται.
Μου το ‘χε πει ο μικρός, λίγο μετά που άρχιζε να νοιώθει τις λέξεις:
«εμπιστεύομαι σημαίνει αγαπώ.»
Έτσι δεν είναι;
Λίγα καλοκαίρια αργότερα, μοιάζουν κι οι δυο να χορεύουν στα
κύματα του Τσιγκράδου.
Αφροί, σταγόνες, γέλια, μαυρισμένα κορμάκια, απλωμένα
χέρια που καταλήγουν σε γροθιές. Σφίγγουν τη χαρά.
Γιατί η θάλασσα είναι ευλογία και γιατρειά.
Έτσι δεν είναι;
Και μετά εμφανίζεται αυτή η φωτογραφία / Κάποιος την άλλαξε
λίγο / να μην μοιάζει τόσο σοκαριστική / Να νομίσεις πως είναι ζωγραφιά / Γέννημα της
φαντασίας / Η πραγματικότητα στις διαστάσεις του μυαλού μας, δεν τη χωράει τόση φρίκη.
Αυτό το μωρό.
Δεν μπορώ να σταματήσω να το βλέπω.
Έτσι όπως είναι ξαπλωμένο μπρούμυτα μοιάζει τόσο με τα δικά
μου μωρά. Εδώ που τα λέμε, μοιάζει με όλα τα μωρά.
Όπως τα έχω κρυφοκοιτάξει να κοιμούνται -επιτέλους κουρασμένα από το
ατελείωτο παιχνίδι.
Τι ευτυχία ένα κοιμισμένο μωρό!
Σε ξεχειλίζει αγάπη η εικόνα / άμα δεν είναι λάθος.
Άμα είναι λάθος, σε φτύνει στα μούτρα.
Λέω συγγνώμη, νοιώθω ντροπή.
Ε, και;
Λέμε, νοιώθουμε.
Βάζουμε ένα εμείς. Όσο περισσότεροι, όσο μεγαλύτερο το εμείς, τόσο πιο μικροί
γινόμαστε, τόσο πιο εύκολα κρυβόμαστε πίσω του.
Ανακούφιση το πρώτο πληθυντικό όταν απολογείσαι.
Έτσι δεν είναι;
Κάπως σαν το «εμείς τα φάγαμε». Τόσοι πολλοί εμείς οι "εμείς", που να μην φταίει κανείς μας χωριστά.
Ευκολότερα λέμε: Εμείς το φάγαμε το μωρό, Εμείς τρώμε μωρά, Εμείς οι Κρόνοι, οι ευαίσθητοι και μετανιωμένοι για την
αδιαφορία μας γονείς.
Το «εμείς» δρα σαν χημικός διαλύτης. Λίγο
σαν τη θάλασσα. Αραιώνει δηλητήρια.
Σαν τη θάλασσα, άμα της ρίχνεις φαρμάκι, το εξαφανίζει.
Είναι μεγάλη αυτή.Απέραντη σε σχέση με μας. Μπορεί να κάνει πράγματα
ταυτόχρονα.
Να σε γεμίζει ευτυχία /να σε πνίγει.
Ίσως το εμείς να γιατρεύεται με το εγώ.
(Λέω εγώ.)
Ω, ας γίνω επιτέλους εγωίστρια.
Ίσως το εγώ μεγαλώνει όταν προσωποποιεί το φταίω και το «τι κάνω τώρα».
Μην μου λες δεν ξέρω.
Να εδώ, ένας άνθρωπος, βρήκε τι να κάνει:
Κι άλλος ένας:
|
Σκίτσο Γιάννη Αντωνόπουλου http://johnantono.blogspot.gr/
|
Εγώ το ψάχνω.
(το ψάχνω;)