Παρασκευή 30 Ιανουαρίου 2015

Nα ανακαταλάβουμε τις λέξεις

Κατρακυλούσαμε επί 5 χρόνια. Χάναμε εθνική κυριαρχία, δικαιώματα, μισθούς, κοινωνικές παροχές, υγεία, παιδεία, δημοκρατία (ό,τι είχαμε από δαύτα), χάναμε φίλους, ζωές. Χάσαμε την μπάλα. Καθώς πέφταμε ούτε που προσέχαμε τι χάναμε πια.
Αρπαζόμαστε από στιγμές, από βουτιές, από βόλτες, από φίλους, από αγαπημένους. Παίρναμε σύντομες ανάσες και ξανακυλούσαμε. Σαν πολυτραυματίες στην εντατική με απανωτές λοιμώξεις.
Χάσαμε και πράγματα που δεν προλάβαμε να προσέξουμε. Να δώσουμε σημασία. Σβήστηκαν στις άκρες των ματιών μας.
Χάσαμε λέξεις.
 Ίσως και να τις παραχωρήσαμε, να τις προδώσαμε. Να, είπαμε:
Σκοτώστε αυτές κι αφήστε μας να ζήσουμε. Αφήστε μας  λίγο ακόμα.

Πάρτε τη λέξη Πατρίδα κι αλλάξτε της τα φώτα. Ερμηνεύστε την σε μισαλλοδοξία και φασισμό. 
Πάρτε τη λέξη λογική και γεμίστε την σκατοψυχιά. 
Πάρτε την ανθρωπιά και λοιδορήστε την.  Κάντε την συνώνυμο του λαϊκισμού.  
Πάρτε την αλληλεγγύη και κάντε την trademark
Πάρτε την ελπίδα και γυρίστε την ανάποδα. Αδειάστε την.

Κι αφού αφήσαμε τις λέξεις να πεθάνουν, πάψαμε να τις πιστεύουμε. Λέγαμε πως ποτέ δεν υπήρξαν στ’ αλήθεια. 
Μην κατηγορείτε εμάς. 
Αυτές ήταν ψέμα. 

Κι όσο τις αρνιόμαστε, τόσο συρρικνωνόταν το κομμάτι της ψυχής μας που τους ανήκε. Τόσο μικραίναμε και δεν βρίσκαμε το δρόμο να μεγαλώσουμε.

Πεισθήκαμε πως έτσι είχαν τα πράγματα και δεν γινόταν αλλιώς. Αξία έχει το κέρμα που κουδουνάει στην τσέπη σου. Τα άλλα, που δεν μπορείς να τα πιάσεις με τα χέρια, δεν υπάρχουν.

Και να τώρα, που σαν τρομαγμένο αδέσποτο, επιστρέφει το περιεχόμενο των χαρακιών.
Να που οι λέξεις δεν πέθαναν, μόνο έπεσε σε λήθαργο ο τρόπος που τις κοιτούσαμε.
Κι αρχίζουν να κερδίζουν πάλι σχήμα κι έννοια οι ιδέες.


Κι αν όλα πάνε στραβά. Κι αν βλαστημήσουμε την ώρα και τη στιγμή, μπορεί η ανάμνηση αυτής της νεκρανάστασης να είναι μια κάποια νίκη. Ένα κλαδί να κρατηθούμε ή ακόμα κι ένα στήριγμα να ξανασηκωθούμε.

Δευτέρα 26 Ιανουαρίου 2015

Να είσαι εκεί


Όμορφα, χαρούμενα παιδιά, με υψωμένες γροθιές τραγουδούν Bella Ciao.

Αν έμεινες σπίτι, είναι κλισέ. Δίπλα τους, δονήθηκες απ’ τον παλμό.

Αν παρατηρείς τους ανθρώπους της κάθε μέρας, θα γκώσεις απ’ την ομαδική κατάθλιψη. Αν σκέφτεσαι τα δικά σου, ο δρόμος θα κυλήσει κάτω απ’ τα πόδια σου.

Αν είχες έρθει στο Σύνταγμα του ‘11, στην ΕΡΤ του ’13, θα είχες δει ωραίους, χαρούμενους ανθρώπους να ελπίζουν, να αισιοδοξούν, να διεκδικούν.
Μέσα απ’ την τηλεόραση, είδες «γύφτους», «αγανακτισμένους» και επέτρεψες στον εαυτό σου να τους λοιδωρήσει.

Αν ήσουν εδώ, θα αποθησαύριζες στιγμές αλώβητες από ήττες και θανάτους.  Σταγόνες  ύπαρξης.

Στο δρόμο η ζωή συναντιέται με τον έρωτα, την αγάπη, τη δημιουργία. Όσα μαρτυρούν πως στο σαρκίο μας κουβαλάμε και μια ψυχή.


Αν μείνεις στο ζάπινγκ, αρκείσαι να σπρώχνεις τους δείκτες του ρολογιού πιο κοντά στο τέλος. Που όσο ήσυχος κι αν είσαι, είναι αναπόδραστο το άτιμο.

το διακύβευμα, η ελπίδα

Στο αφιέρωμα του e-περιοδικού Hit&Run με θέμα το διακύβευμα των εκλογών  συμμετείχε και το ιστολόγιο. Η ανάρτηση στο Hit&Run εδώ 



Έσσετ’ ήμαρ
Ιλιάδα Δ’ 164, Ζ:448

“Μέχρι τώρα φοβόμασταν, από τώρα και στο εξής θα ελπίζουμε”, φέρεται να είπε ο Εβραίος ψυχίατρος Victor Frankl απευθυνόμενος στη γυναίκα του όταν συνελήφθη από τους Ναζί · ήταν ο μόνος από την οικογένειά του που επέζησε από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Δεν υπάρχει ελπίδα χωρίς φόβο, ούτε και φόβος χωρίς ελπίδα, και με την αβεβαιότητα και το φόβο φωλιασμένα στις καρδιές μας, προσμετράμε την ελπίδα. Κι αυτή καταφθάνει με τον πολιτικό λόγο, πετιέται μέσα από τις αντιπαραθέσεις, φουσκώνει στις εξαγγελίες. Είναι αυτή που θρέφει άρχοντες και υπηκόους, ηγέτες και πόπολο, αλλά κυρίως τους απελπισμένους και τους κατατρεγμένους· είναι αυτή που σε κάνει να υπομένεις, να προσμένεις και να αναζητάς. Γιατί όταν όλα έχουν χαθεί αυτή μονάχα απομένει.

Είναι άραγε μεμπτό να στηρίζεις το μέλλον σου σε ελπίδες; Αν δεν πιστεύεις στο ανέλπιστο, δεν θα το’βρεις.Το θέμα δεν είναι αν πιστεύεις στα λόγια τα μεγάλα και τα ωραία. Το θέμα δεν είναι να τρέφεσαι με όσα σου υπόσχονται. Το θέμα δεν είναι αν φοβάσαι να ελπίζεις, η ελπίδα από φόβο είναι δειλία. Το θέμα είναι να ξεπεράσεις όχι το φόβο αλλά την ίδια την ελπίδα, να τη μετουσιώσεις σε όραμα, πιστεύω, δράση, πράξη. Το βαθύ ριζοσπαστικό είναι να μπορέσεις να ξεχωρίσεις τη δική σου ελπίδα, να ζωγραφίσεις το δικό σου όνειρο, να βρεις το δικό σου βήμα σε μια κοινωνία που έτσι κι αλλιώς θα προχωρά προς τον έναν ή τον άλλο δρόμο. Το αληθινά επαναστατικό είναι να πιστεύεις σε σένα τον ίδιο. Γιατί έτσι κι αλλιώς το «αύριο θα είναι μια άλλη μέρα».
Σε αυτήν την εκλογική αναμέτρηση το θέμα που διακυβεύεται δεν είναι να ξαναβρείς, αλλά να μείνεις πιστός στην ελπίδα.





Πέμπτη 22 Ιανουαρίου 2015

Λίγο πριν τις εκλογές

«Μαμά, τι ήλιος είναι αυτός;»

18 χρόνια δεν τον είχε προσέξει. Έφτασαν 4 μήνες στην Ουαλία, για να εκπλαγεί απ’ το φως της Ελλάδας.

Τι σας λέω τώρα.

Εδώ γίνονται σημαντικές εκλογές, λέει, και σε μένα λείπει το αγόρι που ήδη «σταδιοδρομεί» ως μετανάστης.
Ούτε το χρέος, ούτε οι δόσεις, ούτε τα ευρώ και οι δραχμές. Άσχετες σκέψεις στροβιλίζονται στο κεφάλι μου. 
Αχ, να ‘παιρνα κιμά να του φτιάξω παστίτσιο / μανταρίνια που του αρέσουν / μήλα με μέλι και κανέλα / αυτή η μπλούζα πόσο θα του πήγαινε / ανοιχτή πληγή το άδειο του κρεβάτι / και κάτι ρούχα που ξέχασε τα Χριστούγεννα, πλύθηκαν, αρωματίστηκαν, σιδερώθηκαν –με χάδια στρώνουν καλύτερα- και πάει, κρύφτηκαν στην ντουλάπα.
Κρύβομαι κι εγώ και περιμένω.

Γιατί έτσι είναι η αγάπη. Εγωιστική, αυτιστική, μονόχνωτη, απάνθρωπη σχεδόν.
Ο πλανήτης να καίγεται, αυτός που λείπει, μεγαλώνει.Γίνεται γίγαντας. Τα σβήνει όλα.
Τη δική του φωνή λαχταράω ν’ ακούσω.
Το βλέμμα του γυρνάει τη γη.
Χωρίς αυτό, η καρδιά χτυπάει από ρουτίνα. Άψυχα κι αδιάφορα.
Κακομαγειρεμένο κάθε φαί κι οι άλλοι αγαπημένοι θαμποί.

Μην με ρωτάτε για εκλογές.
Θα μπορέσει να ζήσει ευτυχισμένο τ’ αγόρι εδώ;  Θα βρεθούν στην πατρίδα οι φίλοι και το κορίτσι που αγαπάει;  

Τ’ άλλα είναι θόρυβος.

Σάββατο 10 Ιανουαρίου 2015

Παγκοσμιο-ποίηση είναι...

Θυμάμαι όταν μικροί γράφαμε εκθέσεις για τα παιδάκια όλου του κόσμου που πιάνονται χέρι με χέρι και φτιάχνουν αλυσίδες αγάπης γύρω από τη γη, όταν πριν πέσουμε για ύπνο προσευχόμαστε να νιώθουν όλα τους την ίδια ζέστη και θαλπωρή που είχαμε κι εμείς, θυμάμαι τότε που ζωγραφίζαμε γαλανούς ουρανούς και λαμπερούς ήλιους, που στολίζαμε τις ζωγραφιές μας με χοροπηδηχτά σκυλάκια κι ανέμελα προβατάκια και γαργαλούσαμε τις ήρεμες θάλασσες με γαλάζια κύματα, που διαβάζαμε για ήρωες που σώζανε τον κόσμο και τους φίλους τους, που φανταζόμαστε τη ζωή με γέλια και γιορτές, που σηκώνοντας τα μικρά κεφάλια μας προς τους γιγάντιους ανθρώπους τριγύρω μας διακρίναμε μόνο τα χαμόγελα και τις ζεστές καρδιές, τότε που θρεφόμαστε με χάδια και αποζητούσαμε τα κανακέματα των παππούδων, που βλέπαμε τη ζωή από ζαχαρένια καλειδοσκόπια και μαγικά φίλτρα αγάπης…

Πέρασαν τα χρόνια, και μεγαλώσαμε μαζί με εικόνες μίσους και αποστροφής, είδαμε παιδιά σε αναχώματα, ζωσμένα με φυσεκλίκια, σκοντάψαμε πάνω σε βλέμματα γεμάτα απορία μέσα από εξωνησμένα καρυδότσουφλα και πίσω από σύρματα στρατοπέδων, διακρίναμε τη διάκριση της επίκλησης “υπέρ των ορθοδόξων ημών χριστιανών”, διαβάσαμε για ασύμμετρες απειλές και κινδύνους εξ ανατολών, εκ δυσμών και από βορρά-το ξεράμε ότι μόνο ο νότος θα μας σώσει, εξυμνήσαμε επαναστατημένους εφήβους και μελαγχολικούς πρωτοπόρους, γράψαμε για τσακισμένα όνειρα και ιδανικούς αυτόχειρες...

Και μέσα απ' την τραχύτητα της καθημερινότητας, τη σκληρότητα του χρόνου, τη μικροθυμία του θεού και τη μισαλλοδοξία των ανθρώπων, αρχίζεις όλα να τα αποδομείς και σιγά-σιγά να τα ξαναχτίζεις με lego στο μέγεθος των δυνατοτήτων σου, ξεχωρίζεις την ήρα των γνωστών από το στάρι των φίλων σου, ξεκινάς να καταρρίπτεις τα διλήμματα και να χαλαρώνεις τις αλυσίδες σου και, τότε μόνο, ξεγλιστράς σε όνειρα που διαρκούν και τη μέρα μεταστρέφοντας τις λέξεις της πραγματικότητάς σου:

Και όταν πλέον συνειδητοποιείς ότι φοράς ρούχα βαμμένα με χρώματα ινδικά, ραμμένα σε κάποιο εργοστάσιο στο Μπαγκλαντές που έχουν έρθει στο κινέζικων συμφερόντων λιμάνι, έχουν ξεφορτωθεί από Πακιστανούς μετανάστες, έχουν πληρωθεί με απάτριδα κεφάλαια που διακινήθηκαν σε άκαρδες τράπεζες, όταν οδηγείς γιαπωνέζικο αυτοκίνητο στον γερμανικών προδιαγραφών αυτοκινητόδρομο, όταν ακούς στο ραδιόφωνο τη βιεννέζικη πρωτοχρονιάτικη συναυλία, όταν σταματάς σε πρατήριο με φθηνό αραβικό πετρέλαιο για να πιεις χυμό από αφρικάνικο μάνγκο, όταν λικνίζεσαι βλέποντας τους Stones στη συναυλία τους στο Hyde Park και ξαφνικά στην οθόνη του γαλλικού Airbus εμφανίζεται το μήνυμα: Athens 20 km -- Makkah 2480 km, αναφωνείς με διεστραμμένη επίγνωση παγκοσμιοποίηση είναι να «πετάς» από μια αγκαλιά φίλων και σε λίγες ώρες να «πέφτεις»* σε μια άλλη…

       Αφιερωμένο στο κοριτσάκι από πίσω κάθισμα που κατά την απογείωση φώναζε     «πετάμε, πετάμε» και στην προσγείωση «πέφτουμε, πέφτουμε» 

Πέμπτη 8 Ιανουαρίου 2015

Η θλίψη στο Charlie Hebdo

"Je suis Charlie" στα Αραβικά. Από τη σελίδα http://www.charliehebdo.fr

Σφαγή στο Charlie Hebdo.
Πρώτη αντίδραση: Θλίψη. 
Βαθειά Θλίψη.

Πρώτη ανάγνωση: Ανισότητα. Σε κοροϊδεύω/με πυροβολείς.
Δεν αποδίδονται καν τα ίσα του "οφθαλμόν αντί οφθαλμού".
"Είναι σκληρό να αγαπιέσαι από ηλίθιους."

Αλλάχ Ακμπάρ.
Αν ο Αλλάχ είναι μεγάλος, δεν πυροβολεί. Συγχωρεί. 
Δεν ξέρω. Αυτά μαθαίναμε. 
Κι ο Ισλαμισμός την Αγάπη διδάσκει.
Αλλά εδώ δεν μιλάμε για Θεούς. 
Εδώ υπάρχουν μόνο άνθρωποι.

Και μετά, πάνω απ' τους νεκρούς, σκάσανε μύτη τα όρνεα.

Να ανοίξει η συζήτηση για το μεταναστευτικό, απαιτεί κι ο Ν. Χατζηνικολάου στις ειδήσεις.

Δεύτερη αντίδραση: Εξισώνεις τους φονταμενταλιστές με το σύνολο των θρησκευόμενων;


Αλλά δεν ανοίγουν συζητήσεις μόνο τα όρνεα. 
Κι άλλοι αισθάνονται άβολα μ' αυτή την επίθεση.
Δύο αντικρουόμενα κι ωστόσο εύλογα -κατά τη γνώμη μου- ερωτήματα αναδύονται:

  1. Έχει όρια η σάτιρα; Μα σε έναν δημοκρατικό πλανήτη, δεν θα έπρεπε να έχει. (Αλλά κατά πού πέφτει αυτός;)
  2. Είναι αποδεκτό να ειρωνεύεσαι την πίστη ανθρώπων τους οποίους έχεις εξαθλιώσει ; Τους οποίους έχεις άγρια εκμεταλλευτεί; Σίγουρα δεν είναι πολύ δίκαιο να παρακολουθείς το έργο από τη στιγμή που πατήθηκε η σκανδάλη και πέρα./Κάνε και ένα φλασμπάκ.

Φαντάσου τον παππού, το θείο που φθάνει χρόνια πριν στο νησί Έλλις. Φτωχός, εξαντλημένος, αγράμματος, με μόνα σωσίβια την πίστη του και μια αμυδρή ελπίδα επιστροφής. Φαντάσου λέει, μετά τον ιατρικό έλεγχο, να του κάνανε κι ένα τεστάκι προσαρμοστικότητας. Να του δείχνανε π.χ. μια εικόνα της Παναγίας με σώμα σκύλας και να τον ρωτούσαν: «το αποδέχεσαι; Αυτό είναι το χιούμορ μας. Εμείς έτσι ζούμε. Αν θες να ζήσεις μαζί μας, πρέπει να το δεχτείς.»
Ζόρικο, ε; Ευτυχώς στο Έλλις δεν έγιναν έτσι τα πράγματα κι ο παππούς/ο θείος αφομοιώθηκαν ομαλά διατηρώντας και την πίστη και την ελπίδα της επιστροφής.


Δεν θέλω ν' αρχίσω τους αφορισμούς, ότι η σάτιρα είναι αποδεκτή όταν απευθύνεται από τον αδύναμο προς το δυνάστη, αλλιώς γίνεται χλευασμός. 
Δεν θέλω, γιατί όταν πυροβολείς, παύεις να είσαι πια ο αδύναμος και γίνεσαι κι εσύ δυνάστης. 
Αλλά εύκολες απαντήσεις δεν έχω. 
Μόνο θλίψη.