Τρίτη 11 Ιανουαρίου 2011

Μετά από μια μέρα στο Μουσείο

Όμορφη μεγάλη μέρα. Επίσκεψη στο μουσείο της Ακρόπολης και ταβερνάκι στο Θησείο με δύο αγαπημένες φίλες και τα τέσσερα παιδιά μας. Οι ηλικίες των νεαρών μελών από έξι μέχρι δεκατέσσερα. Επιστρέφουμε. Τα πιτσιρίκια καταχαρούμενα -λιγότερο απ’ τα εκθέματα και περισσότερο απ’ την παρέα. Τα τρία μεγαλύτερα στριμωγμένα στο απέναντι διπλό κάθισμα του μετρό και το πρωτάκι –το μικρότερο, δίπλα μου, ήδη γλαρωμένο. Οι ωραίες μέρες τελειώνουν με αποχαυνωτική κούραση. Αν στην παρέα συμμετέχουν παιδιά, ένα τουλάχιστον ξέσπασμα λυγμών είναι αναπόφευκτο. Απλώς δεν ξέρω ποιο απ’ τα τέσσερα θα κάνει την αρχή.
Δεν αργώ να μάθω.

Ο μικρός μου γιος σκοτεινιάζει και με ρωτά όλο αγωνία αν έχω φυλάξει εγώ την κάρτα που αγόρασε στο Μουσείο. Το ύφος προμηνύει συναγερμό. Ψάχνω στην τσάντα αν και είμαι σίγουρη πως δεν θα βρω τίποτα. Η φίλη μαμά τηλεφωνεί στο μαγαζί που τρώγαμε μπας και έχουν περιμαζέψει την πολυπόθητη καρτούλα, αλλά -τι κρίμα- έχουν πετάξει ότι απέμεινε στο τραπέζι μας. Δαγκωνόμαστε και κρατάμε την ανάσα μας, ενώ η έκρηξη δακρύων πνίγει τα λόγια του μπόμπιρα.
Μετέρχομαι όλων των γνωστών καλοπιασμάτων για να τον παρηγορήσω, αλλά μάταια. Επιπλέον, η κούραση μάχεται την όχι και τόσο διάσημη επινοητικότητά μου. Σαν μην έφταναν αυτά, το τρένο κάνει φοβερή φασαρία και μάλλον δεν ακούγομαι ως το απέναντι κάθισμα.
Με την άκρη του ματιού μου πιάνω τα επιτιμητικά βλέμματα των συνεπιβατών. Ήδη γίνονται συζητήσεις για την τύχη της κάρτας αν δεν χανόταν και κατέληγε να βολοδέρνει ξεχασμένη στο σπίτι. Δείχνουν όλοι φανερά ενοχλημένοι από το κλάμα. Πάντα οι μεγάλοι βρίσκουν ασήμαντους τους λόγους που κάνουν τα παιδιά δυστυχισμένα. Λες κι ο πόνος του  παιδιού είναι λιγότερος από τον πόνο του ενήλικα. Πάντα οι μεγάλοι σκέφτονται πως αν το παιδί που κλαίει ήταν δικό τους, θα ήξεραν πώς να του φερθούν. Το γιατί αυτή η σοφία τους εγκαταλείπει στην πρώτη ευκαιρία πανηγυρικής  εφαρμογής, παραμένει μυστήριο.

Με τον ίδιο τρόπο ενοχλούμαστε από την αναξιοπρεπή εκδήλωση των ξένων συναισθημάτων, από τις παρατυπίες των άλλων, από τις εκκλήσεις βοήθειας, από τις διαμαρτυρίες όσων αισθάνονται αδικημένοι. Διεκδικούμε την αποκλειστικότητα στον πόνο. Οι άλλοι είναι κακομαθημένοι, να μην σου πω λαμόγια και στην ουσία ότι κι αν τους έτυχε, καλά να πάθουν και τους αξίζουν τα χειρότερα γιατί μας εμποδίζουν να επικεντρωθούμε στις δουλειές μας που είναι σημαντικότερες απ’ τις δικές τους.

Και τα παιδιά; Τι κάνουν αυτοί οι ανώριμοι άνθρωποι;
Η φασαρία του τρένου συνεχίζεται, αλλά αρκεί η εικόνα για να καταλάβω. Το μόνο που τ’ απασχολεί, είναι η παρηγοριά του φίλου τους. Για τα ξινισμένα μούτρα των συνεπιβατών μας, δεν δίνουν δεκάρα. Δεν ακούω τι λένε στο γιο μου, μα του μιλούν συνέχεια και τα τρία, ανεξαρτήτως ηλικίας και χωρίς προηγούμενη συνεννόηση. Τα πρόσωπά τους αφοσιωμένα στο τέταρτο δακρυσμένο μούτρο. Κουνάν τα χέρια τους με ένταση. Αν με το ίδιο πάθος μελετούσαν, τώρα θα ήταν υποψήφια για το επόμενο Νόμπελ Φυσικής (αλλά αυτή δεν είναι παρά μια τιποτένια μαμαδίστικη σκέψη).  Μ’ έχουν απορροφήσει. Δεν υπάρχουν άλλοι άνθρωποι γύρω. Ότι αξίζει να δω, είναι εδώ μπροστά και δίπλα.
Δεν υπάρχει περίπτωση ν’ αποτύχουν.

Και να που τα πρόσωπα χάνουν την αρχική τους σοβαρότητα κι αρχίζουν να χαμογελούν. Η δυστυχία διαλύθηκε λες και ποτέ δεν υπήρξε. Κάποιο αστείο είπαν, τόσο πετυχημένο που εμείς οι μεγάλοι θα το βρούμε παιδιάστικο.      

Δεν ξέρουμε τι να πούμε στα παιδιά. Μήπως τουλάχιστον θα έπρεπε πού και πού να σταματάμε να μιλάμε και να προσπαθούμε ν’ ακούσουμε ή έστω να παρακολουθήσουμε τι κάνουν εκείνα;

5 σχόλια:

  1. πές τα, πες τα!
    άμα είχαμε την ταπεινοφρισύνη να μαθαίνουμε από τα παιδιά, θα ήταν αλλιώτικος ο κόσμος μας, σίγουρα!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Όχι πραγματικά δεν καταλαβαίνω γιατί οι γονείς διατάζουν έτσι, χωρίς να προσπαθήσουν να καταλάβουν. Θα ‘θελα ν’ άκουγα άλλα πράγματα, όλη την ημέρα εκτός από διαταγές και ουρλιαχτά. Είναι σκληρό να σε διατάζουν συνέχεια λες και είσαι ρομπότ. Είναι σκληρό να ζεις με ανθρώπους που τελικά, ότι και να λες, ότι και να κάνεις, έχουν πάντα δίκιο.

    Ματιέ 16 χρονώνFrançoise Dolto-Catherine Dolto-Tolich

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Ματιέ 16 χρονώνFrançoise Dolto-Catherine Dolto-Tolich,
    Καλησπέρα,
    Την ίδια απορία είχα κι εγώ στην ηλικία σου. Είχα υποσχεθεί λοιπόν στον εαυτό μου, να θυμάμαι τα συναισθήματα -κυρίως την αγανάκτηση-και τις εφηβικές μου σκέψεις για τον καιρό που θα γινόμουν γονιός, μια και τους ανθρώπους δεν μπορούμε να τους αλλάξουμε. Πρέπει να το αποφασίσουν οι ίδιοι.
    Πάντως, δεν είναι μόνο οι γονείς που αποφεύγουν το διάλογο. Απαιτεί ενέργεια κι αυτή την καταναλώνουμε στην εξαντλητική καθημερινότητα και σε εύκολες κοινοτοπίες. Επίσης,όπως είπε και το ξωτικό πιο πάνω, για ν' αντλήσουμε θετικά στοιχεία απ' τους άλλους-μικρούς ή μεγάλους-, απαιτείται να απεκδυθούμε το μανδύα του δήθεν ισχυρού. Θα έχεις ακούσει πως η εξουσία είναι εθιστική. Επίσης, είναι και βολική. Για λίγο όμως.
    Ίσως, θα μπορούσες να πεις στους γονείς σου ότι αποφεύγοντας τη συζήτηση, χάνουν την ευκαιρία να σε πείσουν για το δίκιο τους, αντί να στο επιβάλλουν πρόσκαιρα. Κάπου θα έχουν κι αυτοί να σου μάθουν κάτι, ε; :-))

    Μπερδεύτηκα με την υπογραφή. Είσαι ένας ή είστε πολλοί;

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. ...νομίζω πως είναι παράθεση λόγων της φρανσουάζ ντολτό, από κάποιο βιβλίο της...
    έχει γράψει υπέροχα πράγματα, αν και "πολύ" ψυχαναλυτικά, σαν ψυχαναλύτρια που ήταν...

    αλλά ναι: σπαταλάμε ενέργεια για τα τετριμένα και χαζά, και δεν τη δίνουμε εκεί που πρέπει, στην κουβέντα με τα παιδιά και τους γονείς και τους φίλους μας, συμφωνώ συννεφούλα!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. Ουπς! Το σχόλιο του Ανώνυμου ήταν παραπομπή;
    Όπως και να' χει, ευχαριστώ που μπήκατε στον κόπο να το διαβάσετε!

    ΑπάντησηΔιαγραφή