Η αρχή μιας νέας χρονιάς είναι η συνηθισμένη εποχή απολογισμών. Βαρετών απολογισμών. Ομολογώ πως η χρονιά που πέρασε, όπως και οι περισσότερες από τις προηγούμενες δεν θα μπορούσαν να γεμίσουν ούτε τις μεσαίες νυσταγμένες σελίδες ανέμπνευστου μυθιστορήματος. Το πρίκουελ όμως αυτής της όλως τυχαίας και ασήμαντης ζωής, αυτό έχει πραγματικά κάποιο ενδιαφέρον. Μια και η αρχή της κάθε χρονιάς συμπίπτει με τα γενέθλιά μου, μου δίνεται πάντα μια ευκαιρία όχι για ν' απολογηθώ, αλλά για ν' απορήσω. Αν δεν βαριέστε, απορήστε μαζί μου.
Έτσι στις αρχές του 1917 έχτιζε ήδη τη μικρή αλλά φιλόδοξη βιοτεχνία παρασκευής ζαχαρωτών, καραμέλας και άλλων γλυκά υποσχόμενων προϊόντων, στην Αγία Πετρούπολη που δεν άργησε ν’ αλλάξει όνομα και όχι μόνο. Άλλαξε όμως με ρυθμούς πολύ ηπιότερους των σημερινών νεοφιλερεύθερων τυφώνων. Η κατάργηση της ιδιοκτησίας ξεκίνησε από πολύ ψηλά και καθυστέρησε πάνω από μια δεκαετία ν’ αγγίξει την όποια μεσαία - όπως θα λέγαμε σήμερα -τάξη. Στο διάστημα αυτό, ο παππούς Νο1 θα την είχε κοπανήσει από τη γη της επαγγελίας, αν δεν ερωτευόταν, ως φυσιολογικός νέος, μια ντόπια νεαρότατη και φλογερότατη κοκκινομάλλα. Η εν λόγω κοκκινομάλλα ήταν η συνωνόματη γιαγιά, την οποία γνώρισα ασπρομάλλα φέρουσα μοναδικό κειμήλιο μια εντυπωσιακή πορφυρή κοτσίδα, λάφυρο της νιότης της.
Σύντομα γεννήθηκε ο μπαμπάς. Μίλαγε μόνο τη μητρική του γλώσσα κι έμαθε να πατινάρει στον πάγο πριν ακόμα περπατήσει, όπως όλα τα παιδιά του Λένινγκραντ. Πήγαινε στο σχολείο με τα παγοπέδιλα και πέρναγε καταπληκτικά όταν οι γονείς του αποφάσισαν να φύγουν για μια άγνωστη μικρή χώρα του Νότου. Οι τρεις δραπέτες έφθασαν στην Οδησσό όπου μπάρκαραν κουβαλώντας –μεταξύ άλλων αποσκευών- και ένα μπαούλο γεμάτο ρούβλια. Χρόνια μετά, η γιαγιά θυμόταν πως ακόμα κι οι αφροί των κυμάτων της Μαύρης Θάλασσας ήταν σκοτεινότεροι της κόλασης στη γνωστή παγωμένη της έκδοση. Ένα μήνα κράτησε το ταξίδι και στη διάρκειά του, το ρωσικό νόμισμα υποτιμήθηκε τόσο, ώστε τα ρούβλια να γίνουν συνώνυμα των κουρελόχαρτων.
Όταν ο παππούς Νο1 με τη γυναίκα και το μικρό γιο αποβιβάστηκαν στον Πειραιά, ξεφόρτωσαν τα προσωπικά τους αντικείμενα, λίγες χρυσές λίρες και ένα μπαούλο με παλιόχαρτα που άξιζε όσο το απόβαρό του.
Ξεκίνησαν απ’ την αρχή. Άνοιξαν ένα ψιλικατζίδικο κι εγκαταστάθηκαν σ’ ένα μικρό νοικιασμένο σπίτι στην ταλαιπωρημένη πάμφτωχη και αφιλόξενη Ελλάδα. Δεν πέρασε ούτε χρόνος κι ο παππούς Νο1 αρρώστησε με βαρύ κρύωμα. Για λόγους οικονομικούς εμπιστεύθηκε τη φροντίδα της υγείας του στο ξάδερφο γιατρό που δεν πρέπει να αποτελούσε καμάρι της επιστήμης, γιατί τον εγχείρησε για σκωληκοειδίτιδα ενώ έπασχε από πνευμονία. Η χήρα και το ορφανό αντιμετωπίστηκαν από τους συγγενείς με την τρυφερότητα που αγκαλιάζουν κι οι σημερινοί συμπατριώτες μας τους οικονομικούς μετανάστες. Ωστόσο, όταν ξέσπασε ο 2ος παγκόσμιος πόλεμος, ο μπαμπάς –το ‘ρωσάκι’ όπως τον φώναζαν- βρέθηκε έφηβος ακόμα, στην πρώτη γραμμή. Για τον πόλεμο μας διηγούταν μόνο ανέκδοτα –είχε πολύ χιούμορ ο μπαμπάς. Για τα μετάλλια ανδρείας μάθαμε μετά το θάνατό του. Τα είχε καταχωνιασμένα και ίσως ξεχασμένα σ' ένα ντουλάπι λες και ντρεπόταν γι αυτά.
Ο παππούς Νο2, από το ίδιο νησί με τον Νο1 και το ίδιο δαιμόνιος, μετέφερε στη δεκαετία του 30, την οικογενειακή επιχείρηση εμπορίας σφουγγαριών στην αριστοκρατική Αλεξάνδρεια. Εκεί πρόκοψε –όπως λένε όσοι δεν έχουν διαβάσει την ιστορία ως το τέλος- παντρεύτηκε ένα κορίτσι από τον τόπο του κι απέκτησε δύο κόρες πολύ όμορφες, όπως μαρτυράνε κάτι μαυρόασπρες οικογενειακές φωτογραφίες. Λίγο πριν την ανάληψη των ινίων της εξουσίας από το Νάσερ, η νεαρή κι εντυπωσιακή μαμά στάλθηκε στην Αθήνα ως οικογενειακός πρεσβευτής επιφορτισμένος με μια δύσκολη αποστολή. Να επιβλέψει τη μεταγραφή ενός ακινήτου στην οικογένειά της. Ήταν ένα είδος προσυμφωνημένης ανταλλαγής σε είδος –αντίτιμο βαρύτιμου φορτίου σφουγγαριών που πωλήθηκε στην Αμερική. Το σπίτι επρόκειτο να στεγάσει την αλεξανδρινή οικογένεια που είχε ψυλλιαστεί την μπόρα που θα χτυπούσε τους ευρωπαίους επιχειρηματίες της Αιγύπτου και μελετούσε σχέδιο μετεγκατάστασης στην Ελλάδα. Οι αμερικανοί ιδιοκτήτες, τους είχαν δώσει τη δυνατότητα να διαλέξουν ανάμεσα σε τρία ακίνητα. Το 1ο ήταν ένα οικόπεδο με κάτι χαμόσπιτα και μια αυλή στη Δεξαμενή. Το 2ο, ένα ετοιμόρροπο παλιό σπίτι στην απομακρυσμένη κι απρόσιτη Κηφισιά και το 3ο ένα τριώροφο σε καλή κατάσταση στην αναπτυσσόμενη περιοχή του Αγ. Παντελεήμονα. Όπως θα έκανε κάθε λογικός άνθρωπος, ο παππούς Νο2 επέλεξε την τρίτη εναλλακτική. Δεν ξέρω πως έμοιαζε η περιοχή του Αγ. Παντελεήμονα το 50, αλλά χρόνια μετά και ενώ έχω μεγαλώσει εκεί και την επισκέπτομαι ακόμα συχνά, δεν καταλαβαίνω τι εννοούν όσοι μιλούν για υποβάθμιση. Πάντα γεμάτη μπουρδέλα ήταν, μόνο που τώρα άλλαξε η εθνικότητα των ιερόδουλων.
Πίσω στην Αθήνα του 50, η μαμά γνώρισε τον μπαμπά σε συγγενικό σπίτι και τον ερωτεύτηκε παράφορα. Αρραβωνιάστηκαν όπως συνήθιζαν τα ζευγάρια τότε κι η μαμά γύρισε στην Αλεξάνδρεια πανευτυχής για ν’ ανακοινώσει το νέο του μελλοντικού γάμου, μόνο που …ουπς! Είχε ξεχάσει τελείως τον αρχικό σκοπό του ταξιδιού της. Οι γονείς της που την είχαν χαϊδεμένη και είχαν αφομοιώσει το Σοφόκλειο «έρως ανίκατε μάχαν», δεν την κακοκάρδισαν. Στο μεταξύ, ο επιτήδειος δικηγόρος των αμερικανών ολοκλήρωνε τη μεταγραφή του ενός ορόφου στους αλεξανδρινούς, κρατώντας τους άλλους δύο για τον εαυτό του. Όταν οι ευρωπαίοι αλεξανδρινοί εκδιώχθηκαν από τους ντόπιους, το διαμέρισμα ΄παραχωρήθηκε στο ερωτευμένο ζευγάρι κι η υπόλοιπη οικογένεια μετανάστευσε στην Αγγλία.
Ο μπαμπάς κι η μαμά παντρεύτηκαν κι απέκτησαν ένα αγοράκι. Αρκετά χρόνια μετά κι ενώ η μαμά είχε πατήσει τα σαράντα πήγε στο γιατρό με συμπτώματα πρόωρης εμμηνόπαυσης. Η οικογενειακή παράδοση των εύστοχων ιατρικών διαγνώσεων συνεχίστηκε. Ο λαμπρός γυναικολόγος ανακάλυψε όγκο στη μήτρα, αυξανόμενο με σκανδαλώδη ταχύτητα. Την πίεσε να εισαχθεί επειγόντως στο χειρουργείο για υστερεκτομή. Μάλιστα η άμεση βιοψία επιβεβαίωσε την άποψή. Η μαμά σκέφτηκε να πάρει και μια δεύτερη γνώμη. Ως συνήθως, ο δεύτερος γιατρός δεν συμφώνησε με το συνάδελφό του. Δεν ξέρω τι ακριβώς έκοψε ο πρώτος επιστήμονας στη βιοψία, αλλά ο παραπάνω κακοηθέστατος όγκος ήμουν εγώ.
Στα μέσα του 1916, ο τότε νεαρός παππούς Νο1, αγνάντευε με ανησυχία τα
κτήματά του στα μικρασιατικά παράλια. Ο Δωδεκανήσιος πατέρας του ήταν ο μοναδικός νησιώτης που αγνοώντας τις θαλασσινές δραστηριότητες, επένδυσε την οικογενειακή
περιουσία σε γη. Γη στο νησί δεν υπήρχε, μόνο πέτρες και βουνά. Έτσι αγόρασε
χωράφια στην απέναντι ακτή. Κοντά ήταν. Πήγαινες κολυμπώντας αν χρειαζόταν κι
οι άνθρωποι τακίμιαζαν εύκολα στο χώρο και στο χρόνο, λίγο πριν ανακατέψουν τον κόσμο διαφόρων μεγεθών ιδέες.
Ο παππούς Νο1 ήταν δαιμόνιος. Ψυχανεμίστηκε την επερχόμενη θύελλα και ως σωστός επιχειρηματίας αποφάσισε στα γρήγορα να ρευστοποιήσει την
περιουσία και να τη μεταφέρει στο εξωτερικό σε σταθερό πολιτικο-οικονομικό περιβάλλον. Επέλεξε λοιπόν να επενδύσει στη μία από τις δύο
υπερδυνάμεις της εποχής, τη Ρωσία -η Αμερική του έπεφτε πολύ μακριά. Έτσι στις αρχές του 1917 έχτιζε ήδη τη μικρή αλλά φιλόδοξη βιοτεχνία παρασκευής ζαχαρωτών, καραμέλας και άλλων γλυκά υποσχόμενων προϊόντων, στην Αγία Πετρούπολη που δεν άργησε ν’ αλλάξει όνομα και όχι μόνο. Άλλαξε όμως με ρυθμούς πολύ ηπιότερους των σημερινών νεοφιλερεύθερων τυφώνων. Η κατάργηση της ιδιοκτησίας ξεκίνησε από πολύ ψηλά και καθυστέρησε πάνω από μια δεκαετία ν’ αγγίξει την όποια μεσαία - όπως θα λέγαμε σήμερα -τάξη. Στο διάστημα αυτό, ο παππούς Νο1 θα την είχε κοπανήσει από τη γη της επαγγελίας, αν δεν ερωτευόταν, ως φυσιολογικός νέος, μια ντόπια νεαρότατη και φλογερότατη κοκκινομάλλα. Η εν λόγω κοκκινομάλλα ήταν η συνωνόματη γιαγιά, την οποία γνώρισα ασπρομάλλα φέρουσα μοναδικό κειμήλιο μια εντυπωσιακή πορφυρή κοτσίδα, λάφυρο της νιότης της.
Σύντομα γεννήθηκε ο μπαμπάς. Μίλαγε μόνο τη μητρική του γλώσσα κι έμαθε να πατινάρει στον πάγο πριν ακόμα περπατήσει, όπως όλα τα παιδιά του Λένινγκραντ. Πήγαινε στο σχολείο με τα παγοπέδιλα και πέρναγε καταπληκτικά όταν οι γονείς του αποφάσισαν να φύγουν για μια άγνωστη μικρή χώρα του Νότου. Οι τρεις δραπέτες έφθασαν στην Οδησσό όπου μπάρκαραν κουβαλώντας –μεταξύ άλλων αποσκευών- και ένα μπαούλο γεμάτο ρούβλια. Χρόνια μετά, η γιαγιά θυμόταν πως ακόμα κι οι αφροί των κυμάτων της Μαύρης Θάλασσας ήταν σκοτεινότεροι της κόλασης στη γνωστή παγωμένη της έκδοση. Ένα μήνα κράτησε το ταξίδι και στη διάρκειά του, το ρωσικό νόμισμα υποτιμήθηκε τόσο, ώστε τα ρούβλια να γίνουν συνώνυμα των κουρελόχαρτων.
Όταν ο παππούς Νο1 με τη γυναίκα και το μικρό γιο αποβιβάστηκαν στον Πειραιά, ξεφόρτωσαν τα προσωπικά τους αντικείμενα, λίγες χρυσές λίρες και ένα μπαούλο με παλιόχαρτα που άξιζε όσο το απόβαρό του.
Ξεκίνησαν απ’ την αρχή. Άνοιξαν ένα ψιλικατζίδικο κι εγκαταστάθηκαν σ’ ένα μικρό νοικιασμένο σπίτι στην ταλαιπωρημένη πάμφτωχη και αφιλόξενη Ελλάδα. Δεν πέρασε ούτε χρόνος κι ο παππούς Νο1 αρρώστησε με βαρύ κρύωμα. Για λόγους οικονομικούς εμπιστεύθηκε τη φροντίδα της υγείας του στο ξάδερφο γιατρό που δεν πρέπει να αποτελούσε καμάρι της επιστήμης, γιατί τον εγχείρησε για σκωληκοειδίτιδα ενώ έπασχε από πνευμονία. Η χήρα και το ορφανό αντιμετωπίστηκαν από τους συγγενείς με την τρυφερότητα που αγκαλιάζουν κι οι σημερινοί συμπατριώτες μας τους οικονομικούς μετανάστες. Ωστόσο, όταν ξέσπασε ο 2ος παγκόσμιος πόλεμος, ο μπαμπάς –το ‘ρωσάκι’ όπως τον φώναζαν- βρέθηκε έφηβος ακόμα, στην πρώτη γραμμή. Για τον πόλεμο μας διηγούταν μόνο ανέκδοτα –είχε πολύ χιούμορ ο μπαμπάς. Για τα μετάλλια ανδρείας μάθαμε μετά το θάνατό του. Τα είχε καταχωνιασμένα και ίσως ξεχασμένα σ' ένα ντουλάπι λες και ντρεπόταν γι αυτά.
Ο παππούς Νο2, από το ίδιο νησί με τον Νο1 και το ίδιο δαιμόνιος, μετέφερε στη δεκαετία του 30, την οικογενειακή επιχείρηση εμπορίας σφουγγαριών στην αριστοκρατική Αλεξάνδρεια. Εκεί πρόκοψε –όπως λένε όσοι δεν έχουν διαβάσει την ιστορία ως το τέλος- παντρεύτηκε ένα κορίτσι από τον τόπο του κι απέκτησε δύο κόρες πολύ όμορφες, όπως μαρτυράνε κάτι μαυρόασπρες οικογενειακές φωτογραφίες. Λίγο πριν την ανάληψη των ινίων της εξουσίας από το Νάσερ, η νεαρή κι εντυπωσιακή μαμά στάλθηκε στην Αθήνα ως οικογενειακός πρεσβευτής επιφορτισμένος με μια δύσκολη αποστολή. Να επιβλέψει τη μεταγραφή ενός ακινήτου στην οικογένειά της. Ήταν ένα είδος προσυμφωνημένης ανταλλαγής σε είδος –αντίτιμο βαρύτιμου φορτίου σφουγγαριών που πωλήθηκε στην Αμερική. Το σπίτι επρόκειτο να στεγάσει την αλεξανδρινή οικογένεια που είχε ψυλλιαστεί την μπόρα που θα χτυπούσε τους ευρωπαίους επιχειρηματίες της Αιγύπτου και μελετούσε σχέδιο μετεγκατάστασης στην Ελλάδα. Οι αμερικανοί ιδιοκτήτες, τους είχαν δώσει τη δυνατότητα να διαλέξουν ανάμεσα σε τρία ακίνητα. Το 1ο ήταν ένα οικόπεδο με κάτι χαμόσπιτα και μια αυλή στη Δεξαμενή. Το 2ο, ένα ετοιμόρροπο παλιό σπίτι στην απομακρυσμένη κι απρόσιτη Κηφισιά και το 3ο ένα τριώροφο σε καλή κατάσταση στην αναπτυσσόμενη περιοχή του Αγ. Παντελεήμονα. Όπως θα έκανε κάθε λογικός άνθρωπος, ο παππούς Νο2 επέλεξε την τρίτη εναλλακτική. Δεν ξέρω πως έμοιαζε η περιοχή του Αγ. Παντελεήμονα το 50, αλλά χρόνια μετά και ενώ έχω μεγαλώσει εκεί και την επισκέπτομαι ακόμα συχνά, δεν καταλαβαίνω τι εννοούν όσοι μιλούν για υποβάθμιση. Πάντα γεμάτη μπουρδέλα ήταν, μόνο που τώρα άλλαξε η εθνικότητα των ιερόδουλων.
Πίσω στην Αθήνα του 50, η μαμά γνώρισε τον μπαμπά σε συγγενικό σπίτι και τον ερωτεύτηκε παράφορα. Αρραβωνιάστηκαν όπως συνήθιζαν τα ζευγάρια τότε κι η μαμά γύρισε στην Αλεξάνδρεια πανευτυχής για ν’ ανακοινώσει το νέο του μελλοντικού γάμου, μόνο που …ουπς! Είχε ξεχάσει τελείως τον αρχικό σκοπό του ταξιδιού της. Οι γονείς της που την είχαν χαϊδεμένη και είχαν αφομοιώσει το Σοφόκλειο «έρως ανίκατε μάχαν», δεν την κακοκάρδισαν. Στο μεταξύ, ο επιτήδειος δικηγόρος των αμερικανών ολοκλήρωνε τη μεταγραφή του ενός ορόφου στους αλεξανδρινούς, κρατώντας τους άλλους δύο για τον εαυτό του. Όταν οι ευρωπαίοι αλεξανδρινοί εκδιώχθηκαν από τους ντόπιους, το διαμέρισμα ΄παραχωρήθηκε στο ερωτευμένο ζευγάρι κι η υπόλοιπη οικογένεια μετανάστευσε στην Αγγλία.
Ο μπαμπάς κι η μαμά παντρεύτηκαν κι απέκτησαν ένα αγοράκι. Αρκετά χρόνια μετά κι ενώ η μαμά είχε πατήσει τα σαράντα πήγε στο γιατρό με συμπτώματα πρόωρης εμμηνόπαυσης. Η οικογενειακή παράδοση των εύστοχων ιατρικών διαγνώσεων συνεχίστηκε. Ο λαμπρός γυναικολόγος ανακάλυψε όγκο στη μήτρα, αυξανόμενο με σκανδαλώδη ταχύτητα. Την πίεσε να εισαχθεί επειγόντως στο χειρουργείο για υστερεκτομή. Μάλιστα η άμεση βιοψία επιβεβαίωσε την άποψή. Η μαμά σκέφτηκε να πάρει και μια δεύτερη γνώμη. Ως συνήθως, ο δεύτερος γιατρός δεν συμφώνησε με το συνάδελφό του. Δεν ξέρω τι ακριβώς έκοψε ο πρώτος επιστήμονας στη βιοψία, αλλά ο παραπάνω κακοηθέστατος όγκος ήμουν εγώ.
Ως όγκος μπορεί να διαγνώστηκες ως κακοήθης και δεν ξέρω αν αναπτύχθηκες με σκανδαλώδη ταχύτητα, αλλά το ήθος σου νομίζω μια χαρά μπορούμε να το διαγνώσουμε οι - ακόμα και ελάχιστα - γνωρίζοντές σε... Καλού ήθους συννεφάκι, καλή σου μέρα :)
ΑπάντησηΔιαγραφή(Μια λέξη που αρκετές φορές, όταν την ακούω, σκέφτομαι τι ακριβώς μπορεί να σημαίνει - πέρα απ το τι εννοούμε - είναι το "πρόκοψε")
Να τα εκατοστήσεις συννεφάκι! Να μεγαλώνεις όμορφα και Καλή Χρονιά!
ΑπάντησηΔιαγραφήΗ οικογενειακή σου ιστορία θα έκανε ένα εντυπωσιακό μυθιστόρημα. Έρωτες, ίντριγκες, επιχειρήσεις, ανακατατάξεις και 'ξένοι'. Χαρακτηριστικό παράδειγμα της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας.
SoDurck καιΦαούδι,
ΑπάντησηΔιαγραφήΣας ευχαριστώ για τις ευχές και το ποδαρικό. Ελπίζω να προσέξατε και να μπήκατε στα σχόλια με τη δεξιά πλευρά του εγκεφάλου, αυτήν που ευνοεί την έμπνευση :)
SoDurck, κι εμένα μ'απασχολεί χρόνια τώρα το ρήμα προκόβω. Υπερεκτιμημένο απ' τη μια, παρεξηγημένο απ' την άλλη κι οι παππούδες να το υποσκάπτουν συνέχεια.
Φαουδάκι, ένα κομμάτι της ιστορίας, το έχει γράψει η θεία μου στα αγγλικά. Ο εκδότης της ζήτησε διορθώσεις τις οποίες βαριέται εδώ και χρόνια να κάνει. Ταλαντούχα αλλά αμελής. :)
Συννεφούλα συναρπαστική η ιστορία!
ΑπάντησηΔιαγραφήΔε σκέφτηκες να την κάνεις μυθιστόρημα;
Εγώ τη ρούφηξα!!
Και πόσο μοιάζουν οι ιστορίες των δυο οικογενειών....που έγιναν μια....
BTW Αν χρειαστώ γιατρό να μου θυμίσεις να μη ρωτήσω κανέναν απ' το σόι σου πάντως LOL
Χρόνια πολλά καλά, με υγεία και ό,τι εσύ ονειρεύεσαι:).
Φιλιά πολλά πολλά!
Καλημέρα αγαπημένο Σοφάκι,
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλή σου χρονιά και υπόσχομαι ποτέ-ποτέ-ποτέ να μην αφήσω μέλος της οικογένειας να σου δώσει ιατρικές συμβουλές :))
Αυτός είναι απολογισμός με τα όλα του! Πότε θα γίνει ταινία για το σινεμά, είπαμε;
ΑπάντησηΔιαγραφήΧρόνια πολλά και συναρπαστικά!
newagemama,
ΑπάντησηΔιαγραφήΌχι, όχι, δεν είναι απολογισμός. Μόνο μια ματιά στην ασημαντότητα. :) Ταινία λες; Αν παίζει ο Ντεπ θα τη δω! ;)
Καλή και φωτισμένη χρονιά, γλυκειά μαμά των νέων χρόνων!
Σε φαντάζομαι να ξιφομαχείς με τα νυστέρια
ΑπάντησηΔιαγραφήτων χαζογιατρών...................
Πολύ όμορφη ιστορία !
Να είσαι πάντα γερή και μακριά από γιατρούς.
Χρόνια πολλά - καλή χρονιά
Mακριά από γιατρούς, αλλά κοντά σε ορθοδοντικούς! Καλή χρονιά Εύα μου.
Διαγραφήμε ταξίδεψες τόσο γλυκά...
ΑπάντησηΔιαγραφήσ' ευχαριστώ!
Φιλιά πολλά φιλενάδα. :)
ΔιαγραφήΑυτήν την παράδοση με τους γιατρούς ελπίζω να τη σταματήσατε ;)
ΑπάντησηΔιαγραφήΖωή σαν παραμύθι :)
Εχμ, όχι. :)
ΑπάντησηΔιαγραφή