Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ανεργία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ανεργία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 5 Μαρτίου 2014

Το φτηνό το κρέας, τα σκυλιά το τρώνε


Μερικά πράγματα δεν ξέρεις πώς να τα πιάσεις. Μετά το πρώτο σοκ, είπα να ξεχάσω το περιστατικό. Να προσποιηθώ πως δεν είναι εδώ και δεν με στοιχειώνει. Αν δεν πιστεύεις στα στοιχειά, ενδέχεται να σε προσπεράσουν. Μα έλα που τριγυρνάει στο μυαλό, το σκεπάζω να κοιμηθεί κι όλο ξυπνάει:  

172 ευρώ. 

Δεν είναι τιμή smart phone σε ευκαιρία, δεν είναι φτηνό αεροπορικό εισιτήριο, δεν είναι βόας, δεν είναι κροταλίας. Είναι μηνιαίος μισθός. Δεν είναι η απαράδεκτη αμοιβή του ξεχασμένου πια πρόσφυγα, στη Μανωλάδα. Τόσα καθαρίζει το μήνα, καθηγήτρια, που μόλις αποφοίτησε, σε αθηναϊκό φροντιστήριο. 
Έξι μέρες τη μέρα, 5 μέρες τη βδομάδα. 
Μπορεί να διδάσκει και τα δικά σας παιδιά. 
Μπορεί να τα στέλνετε εκεί γιατί ο τύπος που έχει το σχολείο, κατέβασε τις τιμές κι έγινε ανταγωνιστικός. 
Και μπορεί στο ίδιο φροντιστήριο να δουλεύει και κάποιος παλιός καθηγητής, με παιδιά που πρέπει κι αυτά να μορφωθούν, αν ξεχάσουμε πως θέλουν και να φάνε και να πάνε στο παιδίατρο. ‘Ισως να χρειάζονται και ορθοδοντικό ή κάποιον ειδικό θεραπευτή. Κι αυτός ο καθηγητής, θα βλέπει την πιτσιρίκα και θα τρέμει. Και θα κάνει ότι του λένε. Και θα διδάσκει κι αυτός τα παιδιά μας.

Τρίτη 26 Νοεμβρίου 2013

Aπό μικρό κι από τρελό

Ο Γερμανός συνεργάτης έχει λεφτά. 
Εμείς δεν έχουμε.
Θέλει διακαώς να οργανώσουμε την επόμενη συνάντηση στην Αθήνα. Είναι βαρετό το Βερολίνο μωρέ.
Το έχει πει.
Του είπαμε ότι θέλουμε να τους φιλοξενήσουμε μα είναι πολλοί κι οι μέρες αρκετές. Δεν έχουμε budget καρντιά μου...
Αλλά επιμένει. Θα βρει λεφτά. Τα χρήματα δεν είναι το παν.
Κυρίως για όσους τα κραδαίνουν στη μούρη των φτωχών. 
Η μόνη του ανησυχία ...να...πώς να το θέσει;
Αποφασίζει να το εκφράσει ως Γερμανός.
Σαν τον Μπετόβεν ή σαν το Χίτλερ;
Θα είναι το ποιοτικό αποτέλεσμα αντάξιο της γερμανικής οργάνωσης; Είμαστε ικανοί να τοποθετήσουμε σωστά τα στυλό στο τραπέζι; Κατανοούμε τη σημαντικότητα του γεγονότος;
Του απαντάμε ότι αν αμφιβάλλει μπορεί να αναλάβει την οργάνωση στη χώρα του. Μα δεν του αρνιόμαστε τα λεφτά. Όσο κι αν ανταλλάσσουμε οργισμένα βλέμματα. Ό,τι κι αν είπαμε μετά.

Ο συνάδερφος αποχαιρέτησε τον 22χρονο γιο του. Μετανάστης στην Αγγλία. Εδώ έβρισκε δουλειές με ωράριο 8 το πρωί με 4 τα ξημερώματα. 400 μαύρα. Και θα ‘τανε και τυχερός αν πληρωνόταν στην ώρα του. Άλλους τους σκοτώνουν όταν ζητάνε δεδουλευμένα.
Πρέπει να το δεχτώ, λέει ο πατέρας.
Δεν έχω λόγια να τον παρηγορήσω.
Ίσως να πρέπει να σταματήσουμε να μιλάμε. Τα λόγια ξεχειλώνουν μαζί με την αξιοπρέπεια. Με τα όρια του πόνου. Τα λόγια τα μολύνουν στις τηλεοράσεις. Καταντούν καθρέφτες των εκπτώσεων παντός ψυχικού είδους.
Αν δεν έχουμε κουβέντες-λύσεις, να σωπάσουμε, λέω. Μόνο ν' αγκαλιαζόμαστε. Μήπως και μαζέψουμε θραύσματα ζεστασιάς.
 
Είναι ένας συνάδερφος παλαβός. Όχι χαριτωμένα τρελούτσικος. Με τα φάρμακα μένει ήσυχος. Χτες, δήλωσε παραίτηση.
Πάει αλλού είπε.
Έξω; ρώτησαν όλοι.
Όχι, εδώ.
Πώς εδώ; Εδώ δεν βρίσκουν καν και καν.
Ε, εγώ βρήκα.
Μας έφαγε η περιέργεια (καβουρδισμένη στην πράσινη σκόνη της ζήλιας) να μάθουμε τι δουλειά βρήκε.
Και μάθαμε. Αγάπησε μια βορειοελλαδίτισσα και πάει στο χωριό της να τη βρει.
Θ' αφήσει και τα διδακτορικά και τις επιστημοσύνες. Μπορεί και τα φάρμακα.
Λες;
 

Πέμπτη 19 Απριλίου 2012

Τα δώρα του τώρα

Η εικόνα από δω.
Μισοσκόταδο ακόμα. Ρίξτε μια ματιά σ’ αυτό το υπόγειο που υποκρίνεται το σπίτι. Πίσω απ’ τα καγκελόφραχτα παράθυρα, πίσω κι απ' τα σκοροφαγωμένα παντζούρια κοιμάται μια ευτυχισμένη –νέα ακόμα- γυναίκα. Σε 5, 4, 3, 2, 1 δευτερόλεπτα θα πεταχτεί. Λίγο πριν χτυπήσει το ξυπνητήρι. Θα το κοπανήσει μην σηκώσει τον κόσμο στο πόδι. Όπου κόσμος, οι σερνάμενοι μπόγοι βρωμόρουχων. Τους μυρίζεις πριν τους δεις. Στο δρόμο, στους διαδρόμους  των παρατημένων κτιρίων, στα διαρρηγμένα διαμερίσματα. Η ευτυχισμένη Τ. τινάζει από τα μέλη της τη νύστα κι αθόρυβα, με τη σοφία του φιδιού ενσωματωμένη στις κινήσεις, φοράει τα ρούχα της Δουλειάς. Άσπρο πουκάμισο, γκρι σακάκι, γκρι παντελόνι κι από πάνω ρίχνει μια λερή κουβέρτα. Πριν ξεκλειδώσει απαλά, καμπουριάζει. Κανείς που έχει τα λογικά του δεν βγαίνει στο δρόμο ευθυτενής. Μόνο αν βαρέθηκες τη ζωή σου, τραβάς την προσοχή. Σιγά μην μολογήσουμε πως έχουμε ακόμα Δουλειά. Σιγά μην επιδείξουμε πως επιβιώνουμε. Με προσοχή, η Τ. γίνεται αόρατη. Ένα με τους έρποντες νεκροζώντανους. Ξέρει πώς να προστατέψει τον εαυτό της. Υποκρίνεται πως είναι μία απ’ αυτούς. Άνεργη, άστεγη, ατάιστη, απόκληρη, ένα βήμα ή και μισό πριν το θάνατο. Ενώ δεν είναι παρά μια έμπειρη πλανεύτρα, μια προνομιούχα. Μια γυναίκα με Δουλειά. Θαυμάστε την καθώς ελίσσεται  μεταξύ νεκρών και ημιθανών, σκουπιδιών κι εγκαταλελειμμένων αυτοκινήτων.  Προσέξτε με πόση σβελτάδα θα φτάσει στην περιοχή έξω απ’ την πόλη. Ούτε μισή ώρα δεν θα της πάρει. Ξεκλειδώνει την κλειδαριά της παλιάς αγροτικής αποθήκης ρίχνοντας ματιές πίσω απ’ την πλάτη. Ευτυχία είναι το εκκωφαντικό της καρδιοχτύπι. Ποιος έχει ανάγκη τον έρωτα όταν κυλάει τόση αδρεναλίνη στο κορμί του;