Φτάνοντας στο αεροδρόμιο στο Βουκουρέστι, ύστερα από 1.30 ώρα πτήση από Αθήνα, νοιώθεις σαν να μην άλλαξες ποτέ χώρα: σε υποδέχεται η Cosmote ή ή Vodaphone στο κινητό και σε πνίγουν οι γιγαντοαφίσες αφίσες της Τράπεζας Πειραιώς. Την αρχική οικειότητα δίνει τη θέση της σε αισθήματα υπεροχής, καθώς, με τα ευρώ στην τσέπη, αναλογίζεσαι το κατά 50% μικρότερο κόστος ζωής, σε ότι αφορά την καθημερινότητα, ή ακόμα το κατά 20% μικρότερο όταν βρίσκεσαι σε μέρη που απευθύνονται στους επιχειρηματίες και στους τουρίστες.
Περπατώντας στο κέντρο της πόλης μπλέκεσαι σε ένα αδιάκοπο déjà-vu: Gregorys, Germanos, AlphaBank, Postbank (aka EuroBank), Piraeus Bank, Millenium Bank, National Bank, αλλά και υπόλοιπες ευρωπαϊκές τράπεζες, BNB, ING κοκ. Όσο θαυμάζω τα εξαίρετα κτίρια που χρησιμοποιούν ανά την υφήλιο οι Τράπεζες, πιάνω τον εαυτό μου να αμφιταλαντεύεται στο πόσο σημαντική είναι η παγκόσμια προσπάθεια να σωθεί το χρηματοοικονομικό σύστημα…
Τη μέρα, η πόλη είναι στις ομορφιές της, τα παλιά ανακαινισμένα κτίρια στο κέντρο και τις γύρω περιοχές υπερτερούν των μισογκρεμισμένων και εγκαταλελειμμένων. Τη νύχτα, όμως βιώνεις την έντονη αντίθεση των μισοφωτισμένων ρουμάνικων μαγαζιών με τα φωτολουσμένα και με τις γεμάτες υπεροψία φωτεινές επιγραφές καταστημάτων των πολυεθνικών εταιρειών.
Τα παλιά αρχοντικά, που διασώθηκαν της ισοπεδωτικής ανατολικού τύπου μαζικής αρχιτεκτονικής στέκουν κι αυτά μεγαλειώδη και ερημωμένα, αν δεν έχουν επιδοτηθεί και ανακαινιστεί ως δημόσια κτίρια, ή δεν τα έχει νοικιάσει ή αγοράσει κάποια ξένη εταιρεία που σέβεται τον πολιτισμό. Δύσκολο να τα κατοικήσεις ή/και να τα συντηρήσεις. Στα πάμπολλα μωλ και σοπινγκ σέντερ ελάχιστος κόσμος ψωνίζει ή καταναλώνει. Συνήθως είναι οι ξένοι, όσοι κάνουν μπίζνες εκεί, και οι οικογένειές τους. Οι περισσότεροι από τους ντόπιους δεν τα έχουν επισκεφτεί ποτέ. Σημασία έχει όμως να υπάρχουν εκεί για να σου θυμίζουν τις ζωές των άλλων και να φαντάζεσαι κι εσύ πως θα μπορούσες τις αποκτήσεις.
Στο κέντρο της πρωτεύουσας διασταυρώνεσαι με καλοντυμένα στελέχη, με το Bluetooth στο αυτί, το δερμάτινο χαρτοφύλακα στο χέρι, και το κασκώλ ανέμελα στο λαιμό. Κυρίως όμως διασταυρώνεσαι με απλούς καθημερινούς πολίτες που σκυμμένοι, τρέχουν ασθμαίνοντας να προλάβουν την πρώτη και μετά τη δεύτερη δουλειά. Γιατί «η ανεργία είναι πολύ χαμηλή, αρκεί να θέλεις να δουλέψεις με ένα ποσό σε ρον (λέι) αντίστοιχο των 100 ευρώ». Αναγνωρίζουν την κρίση, αλλά ελπίζουν να τη βολέψουν. Θέλουν πολύ να γίνουν πλήρως Ευρωπαίοι, δεν ξέρω πώς φαντάζονται τη ζωή τους, αλλά για κάποιο αδιόρατο και αναίτιο λόγο πιστεύουν ότι τα καλύτερα έρχονται…Έτσι όλοι προσπαθούν να επιβιώσουν, ενταγμένοι σε ένα καπιταλιστικό (τώρα πλέον φιλελεύθερο) σύστημα, περικυκλωμένοι από τράπεζες και αγαθά, έχοντας υποθηκεύσει το μέλλον τους μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Περιμένουν να τους φτιάξει τους δρόμους, να αναπτύξει την επαρχία που ερημώνει και μαραζώνει, να επιδοτήσει τα κρασιά τους, αφού παραμερίζοντας τις ρουμάνικες ποικιλίες παράγουν πλέον, syrah και cabernet, να αξιοποιήσει τα ακίνητά τους και να τους δώσει δουλειές. Προς το παρόν και μέχρι να μπουν στη ζώνη του ευρώ-το 2013- έχουν διαπραγματευτεί από το Μάρτιο του 2009 με ΕΕ και ΔΝΤ ένα δάνειο 20 δις. Από τότε, όλο και βαρύτερα τα μέτρα που υιοθετούνται και που «ποτέ δεν φτάνουν». Αποτέλεσμα: οι κυβερνήσεις που αλλάζουν συνεχώς, η συρρίκνωση του ΑΕΠ, οι απολύσεις στο δημόσιο τομέα, αλλά και η συνεχιζόμενη διαφθορά των δημοσίων και δικαστικών υπαλλήλων. Θεωρεί κάποιος ότι η Ελλάδα διαφέρει σε κάτι;
Ο λαός εξεγείρεται αλλά και ο λαός γιορτάζει, τηρώντας τις παραδόσεις του: την 1η Μαρτίου γιόρτασε το ερχομό της Άνοιξης, μιας Άνοιξης που καθυστερεί να έρθει, όσο πιο λαμπρά μπορούσε, χαρίζοντας λουλούδια στα κορίτσια και «μάρτηδες» στα παιδιά. Από τη μία, όλοι θέλουν να ξεφύγουν από αυτό που ήταν/είναι, από την άλλη στα πόδια τους βαρίδια τους τραβάνε προς τα πίσω. Ίσως γι’ αυτό και να έχουν αφήσει τα εκατοντάδες καλώδια να χαίνουν και να χαλάνε την εικόνα των όμορφων κτιρίων, να προσθέτουν μια μουτζούρα σε ό,τι - άθελά του - τους θυμίζει το παρελθόν.
Την πόλη στοιχειώνουν τα αδέσποτα σκυλιά της, ταυτόχρονα αξιοθαύμαστα και αξιολύπητα, βρίσκονται παντού. Ξέμειναν από τα σκυλιά των παλατιών και των αυλών της πάλαι ποτέ ένδοξης εποχής, και τώρα είναι παραδομένα στη μοίρα τους. Υποσιτισμένα, αλλά από γερή στόφα, όπως και οι άνθρωποι εκεί. Με υπερηφάνεια και μοιρολατρία περιμένουν να ζήσουν από την καλοσύνη των εξίσου πεινασμένων κατοίκων της πόλης.
Το βράδυ στην παλιά πόλη, η οποία ανοικοδομείται με πολύ αργούς ρυθμούς, στα καφέ, τα μπιστρό και τις μπυραρίες βλέπεις τα νέα παιδιά, με ζεστά χέρια και ανοιχτές καρδιές να προσπαθούν να μοιάσουν στα παιδιά των άλλων ευρωπαίων, των ευρωπαίων της δύναμης και της αυτάρκειας. Τα καλά εστιατόρια είναι πάντα σχεδόν γεμάτα, πουθενά δεν φαίνεται ότι περνάνε «κρίση». Κι όμως, στο εργοστάσιο που πηγαίνω, μια μέρα την εβδομάδα παίρνουν υποχρεωτική άδεια.
Οι ταξιτζήδες-και όχι μόνο-προσπαθούν να σε ξεγελάσουν, να σε κοροϊδέψουν, να σε εκμεταλλευτούν, και αναρωτιέμαι αν είναι κατάλοιπο της τουρκοκρατίας, της καταπιεσμένη γενιάς του Τσαουσέσκου και της παρέας του ή απλά απόρροια μιας ζωής σε φτώχια και εξαθλίωση.
Με ανάμεικτα συναισθήματα και με την πεποίθηση ότι μέσα από μια γυάλινη σφαίρα διακρίνω την (ήδη παρούσα βυθισμένη σε ύφεση) ζωή στην πατρίδα μου (με περισσότερες ηλιόλουστες μέρες πάντα), πήρα το αεροπλάνο της επιστροφής. Έρχεται τριήμερο και το αεροπλάνο σφύζει από Έλληνες, φοιτητές κυρίως στις υγιειονομικές σχολές της Ρουμανίας, που επιβαρύνουν την οικογένειά τους με σαφώς λιγότερα έξοδα από όσα αν σπούδαζαν σε άλλη από τη γενέτειρά τους επαρχιακή Ελληνική πόλη. Κυρίως όμως, είναι γεμάτο από Έλληνες μπίζνεσμαν ή στελέχη επιχειρήσεων που πηγαινοέρχονται για δουλειές, νοιώθοντας σπουδαίοι που έγκαιρα κατάφεραν να εκμεταλλευτούν ευκαιρίες, όπως η ρουμάνικη αγορά, και που παλεύουν να τα βγάλουν πέρα με ένα διεφθαρμένο κοινωνικοπολιτικό σύστημα, ισορροπώντας στο τεντωμένο σχοινί της βολικής ανοχής και αποφεύγοντας την κάθε προσπάθεια εξαπάτησής τους. Σαν μια Ελλάδα ένα πράγμα…
θλίψη κι εδώ... μόνο "ο μάρτης" κάτι λέει...
ΑπάντησηΔιαγραφήτα έθιμα πάντα βοηθούν, ευτυχώς!
Συμφωνώ ΞΩΤΙΚΟ, το να τηρούμε τις παραδόσεις είναι κάτι που μας φέρνει πιο κοντά τον έναν στον άλλο, και σε δύσκολες ώρες και μέρες το έχουμε ανάγκη
ΑπάντησηΔιαγραφήΜάγια Τσόκλη... with a twist. Σου εύχομαι καλά ταξίδια με αντίστοιχες ανταποκρίσεις.
ΑπάντησηΔιαγραφή