Δευτέρα 25 Ιουλίου 2011

Νερό

Φωτογραφία του Λεωνίδα
Στην Αθήνα καύσωνας. Εδώ, στο νησί το προσεγγίσιμο από μια μικρή γέφυρα, ένα ελαφρύ δυτικό αεράκι ανακατεύει την τεμπέλικη θαλασσινή επιφάνεια. Τεμπελιάζω κι εγώ στην παραλία διαβάζοντας ένα βιβλίο. Μιλάει κι αυτό για καύσωνες, για μια απειλή και για τον σύντροφό της το φόβο. Το ξεκίνησα χτες και δεν λέω να τ’ αφήσω ούτε σήμερα. Κι ας φυλλομετρώ τις τελευταίες του σελίδες κι ας ξέρω από τώρα πως σε λίγο θα μου λείψει και θα θέλω να μάθω κι άλλα για τους ήρωες εκείνους την ιστορία των οποίων δεν ολοκλήρωσε ο σοφός συγγραφέας.
Δίπλα μου ένα ζευγάρι που όχι μόνο πάτησε τα πενήντα, μα τα ξενύχιασε κιόλας. Κάποτε ήταν κι οι δύο καλογυμνασμένοι. Το καταλαβαίνεις κι ας έχουν φορέσει το άκομψο κοστούμι της μέσης ηλικίας πάνω απ’ τα κανονικά κορμιά τους. Ο γείτονας κολυμπάει ήδη κι ετοιμάζεται να βγει στην παραλία, τώρα που βλέπει τη γυναίκα του να δοκιμάζει τη θερμοκρασία των κυμάτων που χοροπηδούν σαν παιχνιδιάρικα κουτάβια γύρω από τα πόδια της. Τι στο καλό, σκέφτομαι. Μια ολόκληρη θάλασσα δεν τους χωράει και τους δύο; Πρέπει να την απολαμβάνουν εκ περιτροπής; Η σύζυγος εκτελεί την τυπική τελετουργία της καθημερινής βάφτισης. Σαν πραγματική κυρία δεν παραδίνεται στις βουτιές. Κρατάει το κεφάλι τεντωμένο –προσοχή στον αυχένα- να μην βρέξει τα μαλλιά. Κολυμπάει παραμερίζοντας –όχι αγκαλιάζοντας- το νερό, ίσως και να υπολογίζει τις απλωτές. Στις πόσες λογαριάζεται για μπάνιο στον προσωπικό της κώδικα αξιολόγησης;
 
- Πώς είναι το νερό;  Τη ρωτάω
- Α… χλιαρό σαν σούπα. Η δήλωση συνοδεύεται από μια απαξιωτική γκριμάτσα, αντάξια της σούπας.
Σούπα-ξεσούπα, ετοιμάζομαι να γευτώ το μετρίων επιδόσεων διάλυμα που απλώνεται αδιάφορο για τις γνώμες μας σε όλη τη μεγαλοπρέπεια της αλμυρής του έκτασης.
Μου φαίνεται δροσερό. Ίσως να είναι αυτό το απείθαρχο πνεύμα αντιλογίας μέσα μου που μετά από λίγο με βρίσκει έτοιμη να γράψω ποίημα -αν ήξερα πώς- για την εν λόγω σούπα. Είναι ζεστή η θάλασσα όντως. Γι αυτό μάλλον θυμίζει κάτι παλιό κι οικείο. Λένε πως οι προσγειωμένοι άνθρωποι νιώθουν καλύτερα όταν πατούν στέρεο έδαφος. Η γη, αυτή είναι το στοιχείο που μας εμπνέει ασφάλεια, όμως είναι το νερό όπου απελευθερωνόμαστε κι αισθανόμαστε ή για να μιλήσω για τον εαυτό μου μια κι η γειτόνισσα διαφωνεί, αισθάνομαι τη σύνδεση με τη ζωή. Μπορεί να φταίει το συγγενές 70% του κορμιού μας, μπορεί η ανάμνηση του αμνιακού υγρού, ίσως η αρχέγονη καταγωγή μας ή η αντανάκλαση του ουρανού. Από χημικής άποψης, η θάλασσα είναι ένας διαλύτης με τεράστιο όγκο. Εκτός από τους ρύπους τους μετρήσιμους στις εργαστηριακές αναλύσεις, αραιώνει υποχρεώσεις, τις δουλειές που άφησα –ως συνήθως- στη μέση, την έγνοια για το τηλεφώνημα που δεν έκανα ακόμα, την Αθήνα και τις ειδήσεις που δεν διάβασα, τα διλλήματα για την εκπαίδευση των παιδιών, για το αν θα έχω αύριο, σε ένα μήνα, σε ένα χρόνο δουλειά, τις ενοχές για την πλατεία που ερημώνει (άραγε η Ταχρίρ με θερμοκρασίες ψηλότερες απ’ του Συντάγματος, έχει κι εκείνη αδειάσει; Ποιος ξέρει; Δεν έχω ίντερνετ εδώ.) Αργότερα, θα μάθω πως το συγκεκριμένο σαββατοκύριακο του καύσωνα, ξεχάσαμε τις πόρτες ανοιχτές και μπούκαρε ο θάνατος αρπάζοντας μια εκατοντάδα παιδιά και μια αγαπημένη καλλιτέχνιδα.
Εδώ όμως, δεν υπάρχουν παρά σταγόνες. Παραβγαίνουν ποια θα μείνει περισσότερη ώρα ακίνητη στον αέρα. Η υγρή επιφάνεια γυαλίζει χίλιες φορές περισσότερο από ευρώ νεογέννητο κι ανυποψίαστο ακόμα για την κρίση που απειλεί την ύπαρξή του.
Τι ακριβώς δεν άρεσε στην γειτόνισσα; Μην προσπαθείς να μαντέψεις μου θυμίζω. Δεν μπορείς να ξέρεις. Μπορώ όμως να φανταστώ. Οι έγνοιες διαλύθηκαν, αλλά με το απείθαρχο πνεύμα της αντιλογίας κολυμπάμε παρέα. Φταίει εκείνος δεν ήθελε να κολυμπήσει μαζί της, μου ψιθυρίζει το διαολάκι δίπλα μου. Αποχώρησε με τον ίδιο τρόπο που κάθε βράδυ της γυρνάει την πλάτη. Είναι που αν εκείνη παραδινόταν στο νερό με το πάθος που του αξίζει, θα έπρεπε ν’ αφεθεί και στην αγάπη της για κείνον. Και φοβάται. Δεν θέλει να ξαναδεί την πλάτη του. Φοβάται κι η γκρίνια είναι η ασπίδα κι η παρηγοριά της. Γκρινιάζει και βρίσκει ατέλειες, λες και κάποιος της έχει υποσχεθεί την τελειότητα. Λες και τον πίστεψε. Κι αν τον πίστεψε, δεν θέλει να παραδεχθεί την ελαφρομυαλιά της. Όχι, είναι πολύ πιο ασφαλής η γκρίνια. Την κλειδώνει, την θωρακίζει απ’ την αγάπη και τις πληγές της. Τη γερνάει επίσης. Τη σουρώνει και την αφυδατώνει, αλλά αυτό δεν είναι παρά μια παροδική εικόνα στον καθρέφτη. Το αληθινό πρόσωπο της γειτόνισσας είναι εκείνης της κοπέλας που χρόνια πριν έπαιζε στη θάλασσα με έναν αγαπημένο που δεν την άφηνε σε ησυχία. Δεν τη χόρταινε ούτε μέσα στο νερό ούτε έξω. Και δεν της γυρνούσε την πλάτη. Ούτε σε κείνην ούτε σε όλα τα αξιαγάπητα του κόσμου.
Φώναξε του, παροτρύνω το διαβολάκι που πλατσουρίζει. Πες του να τη συντροφέψει όπως ονειρευόταν παλιά. Κι εκείνο μου βγάζει την αναιδέστατη γλώσσα του και ρίχνει ένα μακροβούτι.

9 σχόλια:

  1. Από τα πιο αγαπημένα μου πράγματα είναι η ώρα που κάνεις το πρώτο μακροβούτι της χρονιάς. Η στιγμή που βυθίζεσαι για πρώτη φορά εντελώς κάτω από το νερό. Εκείνη η στιγμή είναι στιγμή ευτυχίας, ό, τι και αν συμβαίνει έξω.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. αυτό το διαβολάκι κομματάκι μεροληπτικό το βρίσκω.... χμ... τι κομματάκι, "κομματάρα"...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. πικρόγλυκο... αλλά δροσερό!
    και ταυτίζομαι πολύ με το διαβολάκι σου, χε χε

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Καλές βουτιές, αναβαπτιστικές!
    Υπέροχη η φωτογραφία.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. Φαούδι,
    Τα παιδιά -ιδίως τα άτακτα "φαούδια"- ξέρουν ν' απολαμβάνουν τη θάλασσα καλύτερα απ' όλους. Καλές βουτιές λοιπόν!

    Γιώργο,
    Φυσικά και είναι μεροληπτικό το διαβολάκι. Αμερόληπτο θα ήταν αγγελάκι. :-))

    Ξωτικό,
    Ταυτίζεσαι, ε; Να δεις κι εγώ το ίδιο παθαίνω φιλενάδα.

    Sisyfina,
    Ω, ναι! Τι ωραία ευχή! Καλές αναβαπτιστικές βουτιές! Θα μεταφέρω τα καλά λόγια στο φωτογράφο κι ελπίζω να τον πείσω να ανεβάσει ένα ποστ με τις νέες του φωτογραφίες.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  6. Πραγματικό θερινό χρονογράφημα!... :)))

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  7. Theorema,
    Σ' ευχαριστώ και αναμένω τα δικά σου ταξιδιάρικα ...θερογραφήματα. :-)))

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  8. Το αγγελάκι ξέρω γιατί δεν σου μιλούσε στο αυτί. Έκανε απλωτές στα βαθειά..... ω ναι...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  9. Γιώργο,
    Έλα μωρέ, τα ξέρεις τι σνομπ είναι αυτά τα αγγελάκια...

    ΑπάντησηΔιαγραφή