Τρίτη 9 Αυγούστου 2011

Εκεί που δεν μπορείς να πας

Φωτογραφία του Λεωνίδα
Αυτό δηλώνει το όνομα της παραλίας: Απηγανιά. Κανείς δεν πάει εκεί. Το μονοπάτι είναι απότομο, γεμάτο αγκάθια, λογχοφόρα βάτα, θυμάρια ανθισμένα και μοσχοβολιστά μεν, αρπαχτικά ωστόσο ρούχων και γυμνού δέρματος. Κατεβαίνω και σκέφτομαι ορειβατικούς γάντζους και σχοινιά. Mετά θυμάμαι πως δεν έχω ούτε και ξέρω να χρησιμοποιώ παρόμοιο εξοπλισμό. Συνεχίζω την κάθοδο, γιατί τα νερά εκεί κάτω παραείναι πράσινα, η άμμος υπερβάλλει σίγουρα -δεν μπορεί να έχει στ’ αλήθεια πασπαλιστεί με χρυσόσκονη- και κάποιος πρέπει επιτέλους να διαψεύσει όλο αυτό το παραμύθι της τάχα μου υπαρκτής -σαν το σοσιαλισμό- ονειρικής παραλίας ακόμα και διακινδυνεύοντας τη σωματική του ακεραιότητα. Κι έπειτα είναι εκείνο το ΔΕΝ. Δεν πηγαίνεις εκεί. Η απαγόρευση που προκαλεί την παράβαση. Αν δηλαδή  βρω τόπο να πατήσω, χώμα αρκετό να χωρέσει ολόκληρο το πέλμα της σαγιονάρας κι όχι μια επικλινή ακρούλα. Κι εκεί που το χέρι πάει να πιαστεί σε ασταθή κοτρώνα, τη βρίσκω κατειλημμένη από γλωσσού σαυρίτσα, με την οποία κοιτάζομαι κατάματα μέχρι ν’ αναγκαστώ να χαμηλώσω το βλέμμα. Μόνο τότε, μου κάνει τη χάρη να πάει παραδίπλα. Κατεβαίνω κι ήδη σκέφτομαι το ανέβασμα μετά το βάφτισμα σ’ αυτή την αμνιακή λεκάνη.

Οι παρέες λίγες και αραιά η μια απ’ την άλλη. Όποιος έρχεται εδώ, δεν αναζητάει την ανθρώπινη παρουσία ∙ με τη φύση θέλει ν’ απομονωθεί, γι αυτό και κάθε νέα άφιξη  συνοδεύεται από έναν αναστεναγμό που ξεφυσάει : «παραγίναμε πολλοί». Είκοσι άνθρωποι σε μια αμμουδιά μισού χιλιόμετρου είναι πολλοί όταν όλοι επιδιώκουν ν’ αφεθούν στην αγκάλη του μικρού κόλπου κατ’ αποκλειστικότητα. Δεν είναι εδώ ο χώρος της βαριάς βιομηχανίας του τουρισμού. Κατεβαίνοντας εδώ έχεις ήδη απολέσει κάθε έννοια  βάρους. Αν δεν το κάνεις, αν δεν σκεφτείς πως ζεις σε ένα από εκείνα τα όνειρα όπου αιωρείσαι με παιδική βεβαιότητα, η βαρύτητα αυτοπροσώπως θα σε αρπάξει και θα σε τσακίσει στα βράχια.
Περπατώντας στην άμμο, ακούω τη γήινη καρδιά να φουσκώνει στα πέλματα. Η θάλασσα είναι τόσο πράσινη όσο μου έταξε στην άκρη του γκρεμού. Ζεστή μια κι έχει φορέσει την αυγουστιάτικη θερμοφόρα, διαυγής για να κοιτάξω όσο καλά μπορούν να δουν τα μάτια μου, διάφανη όσο λίγες θάλασσες του κόσμου αποκαλύπτονται στους κολυμβητές.
Κι είναι λίγο κλέψιμο να έρχεσαι εδώ με φουσκωτό, αλλά μια κι η νέα παρέα είναι όλο χαρά και φωνές σαν κι αυτές που θέλω κι εγώ να ουρλιάξω για να ευχαριστήσω άναρθρα την παραλία, δεν μπορώ παρά να τους χαμογελάσω. Πάνω στη βάρκα τέσσερα πέντε παιδιά,- μωρά μέχρι και νηπιαγωγάκια όπως λέει ο μικρός μου, δύο ζευγάρια νεαρών γονιών που ερωτοτροπούν ευτυχισμένα δίπλα στον παππού και τη γιαγιά Απ' τα μικρά ως τους γέροντες, όλοι στην ίδια ηλικία του πρωτόγονου ενθουσιασμού βρίσκονται. Αδύνατον να τους κρατήσεις κακία που προσέγγισαν το μέρος με τον εύκολο τρόπο, μια και συντονίστηκαν από μακριά στους ρυθμούς του. Παρά την επιθυμία για απομόνωση, η χαρά είναι κολλητική. Γέλια ακούγονται από παντού λες κι η  παραλία ταξιδεύει σε άχρονη θάλασσα, χωρίς επαφή μ’ εκείνο τον παλιό και χρεοκοπημένο κόσμο. Ως συνήθως, τα παιδιά κάνουν το πρώτο βήμα για να ενωθούν οι παρέες. Η αρχική επιφύλαξη εξατμίζεται και το δειλινό απολαμβάνουμε το ηλιοβασίλεμα με αμείωτη χαζοχαρούμενη διάθεση.

Στο ανέβασμα, λαχταράω να βρεθώ στην κορφή για να ρίξω άλλη μια ματιά κάτω. Για ν’ αποχαιρετήσω το μέρος με μια παράτολμη υπόσχεση. Σαν αυτές των ερωτευμένων. Την πιστεύω ολόψυχα όταν την προφέρω και λίγο-λίγο αποδεικνύεται όλο και πιο ανεδαφική, χωρίς χώμα δηλαδή ή σκαλοπάτι, τόπο αρκετό να στηριχτείς, σαν το μονοπάτι στο γκρεμό.
Θα ξανάρθω, λέει.

6 σχόλια:

  1. Θέλω κι εγώωωωωω!!!!
    αχ, με πήρες μαζί σου κι εμένα, τι καλά! σαν να βούτηξα στα πράσινα νερά, κι ας βρίσκομαι στην κουζίνα μου μετά από βόλτα στη λαϊκή!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Εκεί που δεν μπορείς να πας εσύ πάνε τουλάχιστον κάποιοι που είναι ΚΑΙ καλοί στις περιγραφές ΚΑΙ τους αρέσει να μοιράζονται!

    Καλές βουτιές και να πιτσιλάτε κι εμάς πότε-πότε!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Ξωτικό (αγαπημένο),
    1) Η κουζίνα σου βλέπει στο νεραϊδοδάσος,
    2) Πριν την παραλία, πήγα κι εγώ βόλτα στη λαϊκή (επίσης, αγαπημένο μέρος).

    Theorema,
    Μόλις έρθεις στο νησί μας, υπόσχομαι να σε πάω :-))

    Φαούδι,
    Σου στέλνω μια γερή θαλασσιά. Ήρθε;

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. "παράτολμη υπόσχεση, σαν αυτές των ερωτευμένων"...ιδανική παρομοίωση για την περιγραφή της υπόσχεσης "θα ξανάρθω". Υπόσχεση που κολλάει στο μυαλό, δυνατή, μετέωρη, που εγκαταλείπεται στα θέλω του έρωτα, πρόσφορη στην αναίρεση, στην παράβαση

    ΑπάντησηΔιαγραφή